Μάνος Ελευθερίου, ο σεμνός πνευματικός άνθρωπος που έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή…
Ο Μάνος Ελευθερίου θα μας πει μερικες ιστορίες … Σαν σήμερα το 2018 …έφυγε από την ζωή …
——————————————————–
***********************************
Χωρίς να το καταλάβεις,
κάθεσαι και γράφεις.
Αντί να πας στο ποδόσφαιρο,
στον κινηματογράφο,
στο θέατρο, λες:
Εγώ θα κάτσω να γράψω.
Και κάθεσαι και γράφεις.
Και σου γίνεται χούι.
Γράφω για να βγάλω
τα εσώψυχά μου.
Γράφω δύσκολα. Γράφω
ένα δίστιχο ή το τετράστιχο
και ύστερα περιμένω τη
θεία έμπνευση για να συνεχίσω.
Ήμουν και τυχερός.
Συνθέτες σπουδαίοι τα πήραν
στα χέρια τους και τα ανέδειξαν.
Εργάστηκα σε εκδοτικό οίκο
επί σαράντα χρόνια.
Πώς νομίζεις παίρνω
τη συνταξάρα των 600 ευρώ;
Και πάλι καλά να λέω.
Υπάρχουν άνθρωποι
που παίρνουν 250 ευρώ.
Μετάνιωσα που δεν έγραψα
λαικά – ερωτικά τραγούδια,
ενώ μπορούσα.
Δεν θα έμενα στο νοίκι.
Θα είχα εξασφαλίσει
τουλάχιστον αυτό.
Θα ήθελα να ήμουν
ηλεκτρολόγος ή μηχανικός.
Να έχω χρήματα.
Μια κοπέλα
που διάβασε το βιβλίο μου,
μου έστειλε ένα τενεκέ λάδι.
Να είναι καλά.
Με χαροποιεί ένα καλό βιβλίο,
ωραίοι άνθρωποι που είναι
δίπλα μου και επικοινωνώ,
μια καλή κουβέντα.
Σου λέει η γειτόνισσα
το βραδάκι, για παράδειγμα:
”άντε, καλό ξημέρωμα”.
Τι ωραίο που είναι αυτό, ε;
Για σκέψου το.
”Να έχεις ένα καλό ξημέρωμα.”
Τι ωραία ευχή.
Όταν ξυπνάω το πρωί, κάνω
το σταυρό μου που επέζησα
και άλλη μια νύχτα και λέω:
Δόξα σοι ο Θεός, ζούμε,
να δούμε τι θα κάνουμε
και σήμερα.
Πίνω το καφεδάκι μου
και ξεκινάω να παλεύω
με τις άδειες σελίδες.
Μπορεί να γράψω δέκα σελίδες
και να μείνουν τρεις προτάσεις.
Η χαρά έρχεται όταν διαπιστώνεις
ότι με αυτές τις τρεις προτάσεις,
κάτι πέτυχες.
Είμαι πολύ κουρασμένος.
Άλλωστε μην ξεχνάτε ότι πάσχω
από μία ανίατη αρρώστια:
το γήρας.
Όταν πεθάνω
δεν θα με θάψουν στο χώμα.
Θα με κάψουν.
Το έχω γράψει
και στη διαθήκη μου.
Δεν θέλω να υπάρχει
τίποτα απολύτως από εμένα.
Τίποτα.
Θα υπάρχουν τα τραγούδια μου,
να τα ακούει ο κόσμος
και να τα τραγουδά.
”Παραπονεμένα λόγια
έχουν τα τραγούδια μας,
Στα χρόνια της υπομονής
δε μας θυμήθηκε κανείς,
Άλλος για Χίο τράβηξε πήγε
κι άλλος για Μυτιλήνη,
Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες,
τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς,
Οι ελεύθεροι κι ωραίοι
ζουν σε κάποιες φυλακές,
Ο χάρος βγήκε παγανιά
μες στη δική μου γειτονιά,
Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι
τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές,
Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα,
η ξενιτειά τα βρήκε αδελφωμένα,
Χρόνια μετά κάτω από τη μαρκίζα
σε βρήκα που ‘ρθες για να μη βραχείς,
Το τρένο φεύγει στις οκτώ
ταξίδι για την Κατερίνη,
Στων αγγέλων πάμε,
πάμε τα μπουζούκια….”
*Μάνος Ελευθερίου*
8888888888888888888
[Πηγή:Να σου πω μια ιστορία]
(ΠΗΓΗ : Παγκόσμια Λογοτεχνία)