ΕΞΟΧΩΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΘΙΓΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ ΜΑΣ ΝΙΚΟ ΤΣΟΥΛΙΑ
Μπορεί να προοδεύσει η χώρα μας?
Του συνεργάτη μας εκπαιδευτικού και συγγραφέα Νίκου Τσούλια
Με πολλούς τρόπους μπορεί να προοδεύσει μία χώρα – φυσικά και η χώρα μας – αλλά και με πολλούς τρόπους μπορεί να παραμένει στάσιμη είτε να παρακμάσει. Οι τρόποι αυτοί μπορεί να είναι ίδιοι και στη μία και στην άλλη περίπτωση – ανάλογα με το αν το πρόσημό τους είναι θετικό ή αρνητικό – αλλά μπορεί να είναι και διαφορετικοί, αντιπαραθετικοί.
Και δεν νομίζω ότι υπάρχουν μυστικά, που κάποιοι μόνο τα ξέρουν, για το πώς μπορεί να προοδεύσει μία χώρα – και στην περίπτωσή μας η χώρα μας. Θεωρώ ότι όλοι γνωρίζουμε, στον έναν ή στον άλλον βαθμό, τους τρόπους με τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να κάνει αποφασιστικά βήματα στο μέλλον.
Άλλωστε, υπάρχουν δύο βασικά πεδία μέσα στα οποία ανήκει το μεγάλο μέρος αυτών των παραγόντων – είναι ο εκσυγχρονισμός και ο εκδημοκρατισμός, δηλαδή η συμπόρευση της χώρας μας με τις εξελίξεις και με τις προκλήσεις του μέλλοντος αφενός και η προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης με την απομείωση των ανισοτήτων ως βασικό στοιχείο της δημοκρατίας αφετέρου.
Μπορεί μάλιστα να ισχυριστούμε ότι κάποιοι συντελεστές παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη, ότι είναι συντελεστές που έχουν χρόνια καθυστέρηση στην προσαρμογή τους στις απαιτήσεις του κράτους μας. Θεωρώ λοιπόν όταν ένας βασικός παράγοντας, που επηρεάζει το μέλλον της χώρας, ότι είναι η φοροδιαφυγή. Εκτιμώ δε ότι αν η φοροδιαφυγή παραμείνει σε αυτά τα επίπεδα που είναι σήμερα, οι δυνατότητες της χώρας για να ξεφύγει από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος περιορίζονται ασφυκτικά.
Η φοροδιαφυγή μαζί με την φορολογική αδικία είναι μείζονα πολιτικά, ιδεολογικά και κοινωνικά προβλήματα. Δυστυχώς δεν συζητείται ούτε στον κοινοβουλευτικό διάλογο ούτε και στην κοινωνία μας και τους φορείς της η σπουδαιότητα αυτών των θεμάτων. Και ενώ πρόκειται για μείζονα θέματα και στα οποία θα μπορούσαν να υπάρχουν ευρύτερες κομματικές συγκλίσεις, τούτο δεν συμβαίνει. Μέσα στο όλο κλίμα παρανομίας και αδικίας δεν είναι μόνο επιχειρηματίες, πλευρές του μεγάλου κεφαλαίου και πολίτες που δεν τηρούν τους νόμους. Είναι και δημόσιοι φορείς, είναι και Δήμοι! Και είναι να απορεί κανείς. Δεν μπορεί να υπάρξει μια ορθολογική κουλτούρα, ένα θεσμικό πλαίσιο συζήτησης, που να ευνοεί τις προοπτικές της χώρας;
Ίσως η πιο σοβαρή όψη αυτού του σύνθετου προβλήματος είναι ότι συνεπείς πολίτες και συνεπείς επιχειρήσεις σηκώνουν αφενός μεν το βάρος της φορολογίας αφετέρου, και το πιο σημαντικό, είναι ότι θα ξανά φορτωθούν με καινούργια φορολογικά βάρη, αφού δεν πληρώνονται από τους παρανομούντες τα δικά τους για να μπορούν να βγουν πέρα οι προϋπολογισμοί του Κράτους και επακόλουθα έχουμε υστέρηση ή παραπομπή στο αόριστο μέλλον των χρεών τους.
Και επειδή η πολιτεία δεν θα έχει τα απαραίτητα έσοδα, οι νόμιμοι πολίτες και οι συνεπείς επιχειρήσεις είναι δηλαδή διπλά ζημιωμένοι. Κοντά σε αυτό υπάρχει το ηθικό πρόβλημα που τους πλήττει. Γιατί πώς μπορεί να νιώθουν ή να συμπεριφέρονται, όταν αυτοί πληρώνουν ξανά και ξανά τους φόρους, ενώ άλλοι είναι σταθερά ή ευκαιριακά ασυνεπείς;
Το όλο πρόβλημα είναι και σύνθετο και απλό! Η συνθετότητά του έγκειται στο γεγονός ότι καθεμία πλευρά βλέπει τη φοροδιαφυγή του άλλου και η απλότητά του βρίσκεται στο εξής σημείο : Αν καθένας υλοποιεί αυτό που θεωρητικά πιστεύει, ότι δηλαδή πρέπει να πληρώνει φόρους, τότε τα πράγματα εξελίσσονται ορθολογικά μόνα τους.
Υπάρχουν δύο βασικά σημεία, που ζητούν λύση. α) Το πιο κρατικοδίαιτο τμήμα είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις, που έχουν πολλαπλά προνόμια στις οικονομικές σχέσεις τους με το δημόσιο. β) Δεν υπάρχει φορολογική δικαιοσύνη.
Φυσικά εδώ πρωτεύοντα ρόλο παίζει η στάση του κράτους. Αν η πολιτεία δεν δημιουργήσει νομοθετικό πλαίσιο δικαίου, αν δεν έχει τρόπους εφαρμογής του και απλώς δημιουργεί μία θεσμική κατασκευή, τότε τα πράγματα γίνονται αρκετά πολύπλοκα. Αν το κράτος δεν εφαρμόσει αυτή την πολιτική της εισφοράς των φόρων στο μεγάλο κεφάλαιο και στις επιχειρήσεις γενικότερα, τότε οι πολίτες αποκτούν μία δικαιολογία για να μην αποδίδουν τους φόρους τους – χωρίς βέβαια αυτό να είναι σωστό. Σε κάθε περίπτωση, η προοπτική του τόπου μας είναι πολύ επισφαλής.