Τρία ποιήματα για τον πατέρα **** Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου – Φιλόλογος, ποιήτρια, συγγραφέας
Τρία ποιήματα για τον πατέρα
Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου
Φιλόλογος, ποιήτρια, συγγραφέας
Μέρα μνήμης
Λένε πως, όταν χάνεις τον γονιό σου, χάνεις τις ρίζες σου.
Λέω πως, όταν «φεύγει» ο πατέρας, η μνήμη του και οι παρακαταθήκες του ποτίζουν τις ρίζες μας. Και τις ψηλώνουν, άνθη ολοζώντανα.
Η σημερινή ημέρα -επιτρέψτε μου να ξεφύγω από τις αρχές μου- και να έχει και μια δόση αυτοαναφορικότητας, με μια μικρή ποιητική μου κατάθεση. Στη μνήμη του…
Φόβος, Τσέσλαβ Μίλος
Πατέρα, πού είσαι; To δάσος είναι άγριο,
Υπάρχουν πλάσματα εδώ, οι θάμνοι κουνιούνται.
Οι ορχιδέες εκρήγνυνται με δηλητηριώδη φωτιά,
Ύπουλα χάσματα παραμονεύουν σε κάθε βήμα.
‘Πού είσαι, Πατέρα; Eίναι ατελείωτη η νύχτα.
Το σκοτάδι θα είναι αιώνιο.
Οι ταξιδιώτες είναι άστεγοι, θα πεθάνουν από πείνα,
Το ψωμί μας είναι πικρό, και σκληρό σαν πέτρα.
Η καυτή ανάσα του φρικτού θηρίου
Έρχεται όλο και πιο κοντά, ξερνάει τη μπόχα της.
Πού έχεις πάει, Πατέρα; Γιατί δεν λυπάσαι
Τα παιδιά σου που είναι χαμένα σ’ αυτό το ζοφερό δάσος;
(Μετάφραση: Ασημίνα Ξηρογιάννη)
Ο πατέρας δεν πίνει στους ουρανούς, Γιάννης Βαρβέρης
Χθες είδα πάλι στον ύπνο μου τον πατέρα.
Καθόμασταν οι δυο μας σ’ ένα τραπέζι με καρό τραπεζομάντιλο.
Κάποιος μας έφερε δυο ποτηράκια και κρασί.
– Είσαι καλά; Του λέω.
– Καλά, καλά, και μου ‘πιασε το χέρι.
– Άντε, στην υγειά σου, είπε. Σήκωσε το ποτήρι, τσούγκρισε και το άφησε πάνω στο τραπέζι.
– Δεν πίνεις; Ρώτησα.
– Εσύ να πιεις, απάντησε. Εγώ δε θέλω να ξεχάσω.
Το πουκάμισο του πατέρα, Καλλιόπη Δημητροπούλου
Το άγγιζα, το μύριζα
και νόμιζα πως ήσουν μέσα.
Σκούπισα πάνω του
και τη βροχή από τα μάτια.
Φοβάμαι να φτερνιστώ
μη και σε χάσω
τώρα που σε ξανάβρα.
Καρφί της μνήμης αναλλοίωτο
όπως το ‘δεσες σε περιμένει.