Το ποίημα της Κυριακής ** Θωμάς Γκόρπας ** Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου. Φιλόλογος, συγγραφέας
Το ποίημα της Κυριακής
Θωμάς Γκόρπας

****************************************
****************************************
****************************************
Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου.
Φιλόλογος, συγγραφέας
*****************************************
*****************************************
*****************************************
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΣΥΣΤΗΝΕΤΑΙ
«Δεν είμαι ο Θωμάς που λέτε ότι ξέρετε,
δεν είμαι ο Ποιητής που λέτε ότι θαυμάζετε,
δεν είμαι καταπληκτικός δεν είμαι ανεπανάληπτος,
ούτε θηρίο της ερήμου ούτε σκύλος που δαγκώνει…
Μέσα μου ένα άνθος απολέμητης μοναξιάς
και τα πικρά φύλλα της καρδιάς γεμάτα δροσερές πηγές λυγμών.
Σώζομαι, αν σώζομαι τελικά, χάρη σε κάποιες τέχνες ταπεινές που ξέρω:
του τσιγάρου, του ξενυχτιού της νοσταλγίας και της αθανασίας
τόσων ωραίων πραγμάτων που περνάνε απαρατήρητα…
Ψάχνω για νέες αγάπες πυρετωδώς
και όταν δεν τις βρίσκω τις φαντάζομαι ώσπου να τις βρω!..
Γράφω πού και πού ποιήματα μερικά απ’ τα πολλά που ονειρεύομαι
και βάζω μέσα σ’ αυτά δικά μου και δικά σας όνειρα
για τα οποία εσείς και ντρέπεστε και υποφέρετε
και σιγά – σιγά πεθαίνετε!..»
**********************************************
**********************************************
**********************************************
ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Κανείς δε σκέφτηκε να κλείσει φεύγοντας την πόρτα
κανείς δε σκέφτηκε τον άνεμο που θα ‘ρχονταν σε λίγο
κανείς δε σκέφτηκε τι άφηνε και τι έπαιρνε κοντά του
φύλλα μαχαίρια βλέμματα ή τα τελευταία λόγια
που θα ‘διναν στην παρεξήγηση ένα τέλος.
Θέλω να σ’ αγαπήσω μα δε γίνεται έχω αργήσει
θέλω να σ’ αγαπήσω όσο δε μ’ αγάπησε κανένας
να σκιστώ για σένα ν’ αλλάξω γειτονιά ν’ αλλάξω στέκια.
Τώρα πελώρια άγνωστα χέρια ασυνείδητα με δέρνουν
τώρα ξαφνικά νερά μου έκλεισαν όλους τους δρόμους
τώρα παλιά τραγούδια λαϊκά βαραίνουν τον αέρα…
Αν θα σε ξαναβρώ δεν ξέρω πού θα σε τρακάρω πάλι
σε πόλη ολοκαίνουργια με εναέριους δρόμους
ή σε μοντέρνα ερημιά ή μες στο τελευταίο σκοτάδι…
Και θα ‘χω άραγε ακόμα την παλιά καρδιά;
(Πανόραμα, εκδ. Panderma Αθήνα 1975)
**************************************************
**************************************************
**************************************************
ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ
Γράφει ο Γιώργος Μπλάνας:
Ο Θωμάς Γκόρπας διέσχισε το βίο του σαν αγρίμι που χτυπιέται στο κλουβί του και δεν απαίτησε ποτέ τίποτα περισσότερο από μια νυχτερινή γωνιά για να καπνίζει και να γράφει ποιήματα με καθημερινά υλικά, καθημερινές μεθόδους και καθημερινούς ρυθμούς.
Η ποίησή του, αν και αποτέλεσμα βαθύτατης σκέψης και εκφραστικής αρτιότητας, έχει την επιθετικότητα με την οποία η πραγματικότητα χώνει τα χέρια της στις φτωχικές τσέπες της ψυχής
Τι βρίσκει να πάρει; …
Γράφει ο Παναγιώτης Αρβανίτης: Το φυσικό περιβάλλον της ποίησης του Γκόρπα βρίσκεται στην αντι-ανθολογία των δρόμων της νύχτας… Η ποίηση του είναι το σοκ της μεγαλούπολης όπως αυτό πάλλεται στην καρδιά ενός επαρχιώτη, ενός εσωτερικού μετανάστη. Είναι μαζί με το Μιχάλη Κατσαρό (Κυπαρισσία) και το Νίκο Καρούζο (Ναύπλιο) οι τρεις επαρχιώτες ποιητές – έποικοι των Αθηνών – που βίωσαν ως αυθεντικοί περιπλανώμενοι ποιητές σκορπώντας την πλανόδια ποίησή τους στη σύγχρονη ερημιά της μεγαλούπολης. Δεν είναι τυχαίο γεγονός ότι οι ποιητές που τελικά ύμνησαν τη μεγαλούπολη, την Αθήνα στη δική μας περίπτωση, δεν ήταν Αθηναίοι αλλά επαρχιώτες – εσωτερικοί μετανάστες. Είναι αυτοί που με καθαρότερο βλέμμα και με την απόκοσμη παρατηρητικότητα του ξένου είδαν στη μεγαλούπολη μια «αποκάλυψη» του μοντέρνου, βρήκαν στη μεγαλούπολη μια ποίηση «ζητιάνα των ρυθμών που δεν υπάρχουν», μια ποίηση με μελωδία το θόρυβο της ασφάλτου, γιατί εκεί που δεν υπάρχει μελωδία θα πρέπει να φορέσεις το κενό της.