Η πανελλαδικής κάλυψης έρευνα για την εμπιστοσύνη του κοινού στη δημοσιογραφία, η οποία διεξήχθη από τη Μονάδα Ερευνών Κοινής Γνώμης και Αγοράς του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, από την 1η έως τις 9 Σεπτεμβρίου 2022 με τη συμμετοχή 1.536 πολιτών, παρουσιάζεται μαζί με την αντίστοιχη έρευνα για την εμπιστοσύνη των ίδιων των δημοσιογράφων στη δημοσιογραφία. Και έρχεται να αναδείξει σημεία σύγκλισης και απόκλισης των απόψεων και των εμπειριών όσων παράγουν και όσων προσλαμβάνουν το δημοσιογραφικό έργο.
Η έρευνα παρουσιάστηκε την πρώτη ημέρα της Διεθνούς Εβδομάδας Δημοσιογραφίας που διοργανώνει το iMEdD και γίνεται στην Αθήνα από τις 5 ως τις 9 Οκτωβρίου, στο χώρο του Ωδείου Αθηνών.
Σε επίπεδο αξιών, το κοινό συντάσσεται με την άποψη των επαγγελματιών του χώρου: το 70,5% θεωρεί ότι η δημοσιογραφία αποτελεί λειτούργημα και, στη συντριπτική πλειονότητά του (89,5%), αποκρίνεται ότι η δημοσιογραφία είναι απαραίτητη για τη δημοκρατία. Ωστόσο, στην πράξη, και στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κρίσης της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς που προκύπτει και από την παρούσα έρευνα, οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, με το ποσοστό δυσπιστίας απέναντί τους να φτάνει το 67,5% –συγκριτικά, πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο, μετά το ποσοστό δυσπιστίας απέναντι στα πολιτικά κόμματα, το οποίο ανέρχεται στο 77,5%.
- Το 72% δεν εμπιστεύεται την τηλεόραση στην Ελλάδα και το 74,5% δεν εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους.
- Η βασική πηγή ενημέρωσης είναι το διαδίκτυο, αλλά οι 5 στους-ις 10 δεν εμπιστεύονται τις ιστοσελίδες.
- Το 90% όσων απάντησαν στην έρευνα, δεν έχει κάποια συνδρομή σε έντυπο ή ηλεκτρονικό ΜΜΕ.
- Το 52% δεν αγοράζει εφημερίδες και μόλις ένα 4,5% αγοράζει καθημερινά.
Η κακή εικόνα δεν είναι έκπληξη, ωστόσο. Οι δύο ιδρυτές του iMedD, Άννα-Κύνθια Μπουσδούκου και Στρατής Τριλίκης, που άνοιξαν το συνέδριο, τόνισαν επανειλημμένα ότι ακριβώς γι’ αυτό τίθεται το ερώτημα στον τίτλο: «Α matter of trust», υπόθεση εμπιστοσύνης. Είναι δυνατή η αλλαγή της εικόνας και μήπως τελικά η κατάσταση έχει φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή;
Ο Μάνος Χωριανόπουλος, διευθυντής του news247.gr ανέτρεξε καταρχάς στις πληγές που άφησε η μνημονιακή περίοδος και στον Τύπο και στα θέματα εμπιστοσύνης και στάθηκε στο θέμα του ελέγχου των ΜΜΕ από την εξουσία. Είπε μεταξύ άλλων ότι η σημερινή κυβέρνηση τον πέτυχε «καλύτερα από τις προηγούμενες» και ότι ελπίζει να μη γίνει το μοντέλο της «παράδειγμα για τις επόμενες».
Επίσης:
- Το 47,5% δεν πιστεύει ότι υπάρχει ελευθερία των ΜΜΕ στην Ελλάδα
- Το 66,5% δεν πιστεύει ότι είναι ανεξάρτητα από την πολιτική εξουσία
- Το 65,5% δεν πιστεύει ότι τα ΜΜΕ είναι οικονομικά ανεξάρτητα
- Το 34% πιστεύει ότι τα ΜΜΕ ελέγχουν την εξουσία
Οι δημοσκοπήσεις και τα θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας
Ο κόσμος που απάντησε στην έρευνα, κατά 79% θεωρεί ότι τα ΜΜΕ μεταδίδουν δημοσκοπήσεις παρεμβαίνοντας σε αυτές, σίγουρα ή μάλλον σίγουρα.
Η έρευνα εστιάζει και σε συγκεκριμένα ερωτήματα: πόσο καλά χειρίστηκαν θέματα όπως οι υποκλοπές, η ακρίβεια και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Και η απάντηση του κοινού είναι καταδικαστική.
Ενδεικτικά, όταν το κοινό καλείται να κρίνει πώς καλύπτουν τα μέσα ενημέρωσης τέσσερα θέματα της επικαιρότητας, απαντά «ανεπαρκώς» κατά 62% για τον πόλεμο στην Ουκρανία, κατά 57% για την ενεργειακή κρίση, κατά 55% για την ακρίβεια και κατά 62,5% για την υπόθεση των υποκλοπών. Μάλιστα, ως προς την τελευταία, η οποία, αφενός, συνιστά δημοσιογραφική αποκάλυψη και, αφετέρου, περιλαμβάνει και δημοσιογράφους ως θύματα, το 34% του κοινού αποκρίνεται ότι καλύπτεται «σίγουρα ανεπαρκώς» και το 28,5% λέει «μάλλον ανεπαρκώς».
Η άποψη του κοινού παραμένει αμετάβλητη, όταν οι συμμετέχοντες ερωτώνται πόσο εμπιστεύονται συγκεκριμένα τους δημοσιογράφους: το 74% επί του συνόλου του δείγματος δηλώνει λίγη ή καθόλου εμπιστοσύνη και το ποσοστό αυτό επίσης αυξάνεται, όταν η ανάλυση εστιάζει στις νεότερες ηλικιακές ομάδες, στους απόφοιτους ανώτερης/ανώτατης εκπαιδευτικής βαθμίδας και σε όσους πολιτικά αυτοπροσδιορίζονται στο Κέντρο και αριστερά αυτού.
Τοπικά VS πανελλαδικά ΜΜΕ
Τα τοπικά ΜΜΕ χαίρουν μεγαλύτερης εμπιστοσύνης, παρότι και εκεί το ισοζύγιο είναι αρνητικό: το 48,5% πιστεύουν ότι τις περισσότερες φορές ή και γενικά οι ειδήσεις τους δεν είναι άξιες εμπιστοσύνης.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι τα πανελλαδικά ΜΜΕ έχουν περιεχόμενο που ενδιαφέρει περισσότερο από αυτό των τοπικών.
Τα τοπικά όμως απολαμβάνουν μεγαλύτερης αξιοπιστίας από τα πανελλαδικά, αν και το σύνολο των αρνητικών γνωμών είναι επίσης μεγάλο.
Ο κόσμος, όπως προκύπτει από την έρευνα, εμπιστεύεται λίγο έως καθόλου τους δημοσιογράφους. Θεωρεί ότι μεροληπτούν, ότι έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο, ότι δεν κάνουν τη δουλειά τους με έντιμο τρόπο, καθώς και ότι είναι καλά αμειβόμενοι.
Το τελευταίο είναι ενδεικτικό της αρνητικής στάσης του κοινού, καθώς οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα (οι κανονικοί, όχι οι «κομπέρ» και δημοσιολογούντες σε δελτία ειδήσεων, sites κ.λπ. ούτε οι «πολυθεσίτες» με μονοπρόσωπα sites που έχουν και κάποια άλλη, μόνιμη θέση σε γραφεία Τύπου κ.λπ.), δεν αμείβονται κανονικά. Τόσο ο κ. Παπαχελάς, όσο και ο κ. Χωριανόπουλος περιέγραψαν τη ζοφερή εργασιακή κατάσταση στο χώρο, τα τελευταία δέκα χρόνια.
Το θέμα όμως είναι ότι οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζονται ως μια ελίτ, χωρίς στη μεγάλη τους πλειοψηφία να είναι κάτι τέτοιο. Άσχετα αν τα επικρατούντα πρότυπα είναι, όχι η δημοσιογραφία και η έρευνα, αλλά ο παραγοντισμός και η συνάρτηση με την εξουσία…
Αντίθετα, η έρευνα παρουσιάζει μια κατάσταση η οποία είναι εξίσου προβληματική: 5/10 πιστεύουν ότι «τα social media αποτελούν εναλλακτική πηγή ενημέρωσης». Εδώ, σε ένα βαθμό αποτυπώνεται και η ίδια η ευθύνη της δημοσιογραφίας και των παροικούντων αυτή, για την παρακμή, αλλά και την απώλεια της εμπιστοσύνης. Τα social media δεν είναι ούτε πρότυπα, ούτε αξιόπιστοι ενημερωτικοί δίαυλοι, αλλά «μεταπράτες», στην καλύτερη περίπτωση. Ωστόσο, στην έρευνα «χτυπάνε» μεγαλύτερα ποσοστά «επαλήθευσης» της ακρίβειας ειδήσεων, από τα ΜΜΕ.
Το 38% της έρευνας θεωρεί ότι «αρκεί η απουσία οποιασδήποτε παρέμβασης» στους δημοσιογράφους για να αυξηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού.
Η οικονομική ανεξαρτησία των ΜΜΕ
Όταν το κοινό καλείται να αξιολογήσει τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα ως προς την ελευθερία τους, την ανεξαρτησία τους και τον έλεγχο που ασκούν στην εξουσία, δίνει πολύ χαμηλή βαθμολογία κατά 47,5% στην ελευθερία του Τύπου, κατά 66,5% στην ανεξαρτησία του από την πολιτική εξουσία και κατά 65,5% στην οικονομική ανεξαρτησία του.
Ωστόσο, το ίδιο το κοινό προδιαγράφει το μέλλον της βιωσιμότητας του κλάδου, όταν αποκρίνεται ότι: πρώτον, δεν διατηρεί ενεργή συνδρομή σε κάποιο έντυπο ή διαδικτυακό μέσο (90%). Δεύτερον, δεν θα συνέχιζε να διαβάζει τις ενημερωτικές ιστοσελίδες της προτίμησής του (70%), εάν από αύριο το πρωί αυτές ήταν συνδρομητικές. Τρίτον, δεν πιστεύει ότι το κοινό πρέπει να πληρώνει για το δημοσιογραφικό περιεχόμενο που καταναλώνει (68%) και, τέλος, τα ενημερωτικά διαδικτυακά μέσα πρέπει να αντλούν τα έσοδά τους από διαφημίσεις (74,5%).
Ένα ακόμα ενδιαφέρον εύρημα, είναι τα της οικονομικής ανεξαρτησίας των ΜΜΕ. Η πλειοψηφία θεωρεί ότι οι ενημερωτικές ιστοσελίδες πρέπει να αντλούν τα έσοδά τους από διαφημίσεις (συνολικά 74,5%) και μόλις το 18,5% από συνδρομές.
Εδώ υπάρχει και η «παγίδα» όμως: οι διαφημίσεις, ειδικά οι κρατικών ή ημικρατικών φορέων, ακόμα όμως και ιδιωτικών φορέων με στενή συνάρτηση με την εξουσία, μοιράζονται αποκλειστικά σχεδόν με πολιτικά κριτήρια και κομματική εντολή, ακόμα και όταν μεσολαβούν διαφημιστικές εταιρίες. Στα δε περιφερειακά μέσα φτάνουν με το σταγονόμετρο, συχνά αποκλειστικά σε συγκεκριμένα, «οικείας» πολιτικής ταυτότητας, χωρίς να βαραίνουν άλλα κριτήρια.
Ο κ. Παπαχελάς χτες, μεταξύ άλλων είπε ότι θεωρεί ανοησία να μη δίνεται π.χ. διαφήμιση σε ένα μέσο γιατί είναι αντιπολιτευτικό. Αυτό γίνεται συχνότατα στην Ελλάδα, για τους λόγους και μηχανισμούς που προαναφέρθηκαν.
* Με στοιχεία από το ρεπορτάζ του Γιώργου Τσαντίκου για τον Τύπο Ιωαννίνων και από την ίδια την έρευνα της iMEdD-(Φωτογραφία: Χρήστος Καραγεωργάκης)