ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΗΡΩΕΣ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΠΡΟΓΟΝΟΙ – ΤΗΝ ΛΕΥΤΕΡΙΑ Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ ΧΡΩΣΤΑ ΣΤΗΝ ΛΕΒΕΝΤΙΑ ΣΑΣ *** Διαβάστε πώς τα ελληνόφωνα τέρατα των Ταγμάτων Ασφαλείας βασάνισαν και σκότωσαν ήρωες ανάπηρους του Αλβανικού Μετώπου!!!!! *** Γράφει ο διακεκριμένος συνεργάτης της εφημερίδας μας ιατρός νευροχειρουργός και σημαντικός ιστορικός ερευνητής Κωνσταντίνος Κυριακόπουλος
Η ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΠΩΣ Η 6η ΤΟΥ ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΜΑΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ…
ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΑΤΡΟΥ ΝΕΥΡΟΧΕΙΡΟΥΡΓΟΥ

Το δράμα των αναπήρων του Πολέμου της Αλβανίας


Υπάρχει η έκφραση το γράφει η ιστορία. Η ιστορία δεν γράφει αλλά γράφεται από τον ιστορικό. Και έργο του ιστορικού είναι η έρευνα, εξακρίβωση και παρουσίαση τῆς ἀλήθειας.
Ο Γερμανοτσολιάς, ή καταδότης, μαυραγορίτης δοσίλογος, δηλαδή άτομα εθνικής αναξιότητας σημαίνανε τη συνεργασία Ελλήνων με τις κατοχικές αρχές την περίοδο 1941-1944. Υπήρξαν για πολλές δεκαετίες ταμπού, αντικείμενο αποσπασματικής αναφοράς, τις περισσότερες δε φορές σιωπής. Ο όρος εδραιώθηκε στο πολιτικό μας λεξιλόγιο εκείνη ακριβώς την περίοδο, υποδήλωνε δε τον πολιτικό ορισμό του εγκλήματος. Όμως παραχαράχτηκε από τους αντικομμουνιστές, φιλελεύθερους μα κυρίως τους βασιλόφρονες. Και σε αντίκρουση για δεκαετείες καθιερώθηκε το εαμικό κίνημα σαν μια στενή ποινική αντίληψη.
Από την 28η Οκτωβρίου 1940, πάνω στα βουνά της Αλβανίας, ο Ελληνικός στρατός ταπείνωνε τις Ιταλικές στρατιές. Η Ελλάδα νικούσε. Τον Απρίλιο του 1941, οι Γερμανοί ανέλαβαν να βγάλουν από τη δύσκολη θέση τους συμμάχους τους. Επετέθησαν στην Ελληνική μεθόριο από τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία στις 6 Απριλίου και με τον κεραυνοβόλο πόλεμο προήλασαν ταχύτατα στην Αθήνα.
Το μέτωπο στην Αλβανία κατέρρευσε, ο στρατός άρχισε να υποχωρεί, γιατί ο στρατηγός Τσολάκογλου με τους συν αυτώ, έτοιμος από καιρό, υπέγραψε τη συνθηκολόγηση. Στις 27 Απριλίου ο Γερμανικός στρατός εισερχόταν στην Αθήνα. Πέρασε από τους έρημους δρόμους της και ύψωσε στην Ακρόπολη τη Σβάστικα. Ο κόσμος αμήχανος, είδε Βασιλιά και Κυβέρνηση να αναχωρούν αφήνοντάς τον έρμαιο στις διαθέσεις των κατακτητών και των Ελλήνων Κουΐσλιγκ. Για άλλη μια φορά ένιωσε απογοητευμένος και προδομένος όπως λέει κι ο Σολωμός:
Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι ηγαπημένε,
πάντοτ᾿ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε.
Οι τραυματίες ήρωες πολέμου υπό δίωξη.
Η θηριωδία των ταγματασφαλιτών κατά των αναπήρων μας δεν έχει αναδειχθή, γιατί είναι μαχαιριά στα στήθη των πατριδοκάπηλων. Πώς όμως έφτασαν από ήρωες της πατρίδας να καταδιωχθούν και αρκετοί να εκτελεστούν ως εχθροί της;
Οι περισσότεροι υπήρξαν κρυοπαγηματίες και έγιναν πάρα πολλοί ακρωτηριασμοί. Αυτό μαρτυρεί ελλειπέστατο εξοπλισμό των Ελλήνων, παρά το επίσημο αφήγημα που εκθείαζε τον Μεταξά και τον Παπάγο.
Περίπου 15.000 από τους αναπήρους βρήκαν το πρώτο καταφύγιό τους, σε άθλιες συνθήκες, στα Στρατιωτικά Νοσοκομεία της Αθήνας και από την πρώτη στιγμή, άρχισαν τους αγώνες για την επιβίωσή και υγειονομική περίθαλψή τους. Οι απλοί στρατιώτες – τραυματίες έβλεπαν με λύπη τους τους ανώτατους αξιωματικούς, εγκάθετους της δοσίλογης κυβέρνησης να λυμαίνονται την πατρίδα. Η παρουσία των ανάπηρων αντιστασιακών υποδήλωνε τη συνέχεια του αγώνα και μείωνε στην κοινή γνώμη το κύρος των δοσιλογικών κυβερνήσεων, αλλά και των φυγάδων.
Οι ανάπηροι νοσηλεύονταν συνολικά σε 19 νοσοκομεία.
Ήλθε ο χειμώνας 1941 – 42 με την πείνα εν δράσει. Οι τραυματίες τρεφόντουσαν με λαχανίδες, ένα αυγό και 5 δράμια λάδι την ημέρα. Οι προδότες με το πρόσχημα της ύπαρξης πολιτείας και αποφυγής ταραχών, πίεζαν τους αναπήρους να μεταφερθούν στα σπίτια τους με δικαιολογία την καλύτερη εκεί αντιμετώπισή τους. Οι Γερμανοί επίσης απαγόρευαν την μετάβαση των Κρητικών τραυματιών στην πατρίδα τους, που παρέμεναν στην Αθήνα.
Αρχίζει στα νοσοκομεία μια αντιστασιακή κίνηση εκ μέρους των αναπήρων, πριν από τη δημιουργία του ΕΑΜ. Το κίνημά τους συντονίζεται με τους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες, τους δημόσιους υπάλληλους και τους φοιτητές.
Την 28η Οκτωβρίου 1941 πραγματοποιείται η πρώτη οργανωμένη αγωνιστική εκδήλωση. Οι ανάπηροι μαζί με τους φοιτητές καταθέτουν στεφάνια στον Άγνωστο Στρατιώτη κάτω από τα έκπληκτα μάτια των αρχών κατοχής. Προπορεύονταν οι ανάπηροι με τα αναπηρικά τους καροτσάκια – «μηχανοκίνητες φάλαγγες» τα ονόμασε τότε ο λαός – με τις πατερίτσες, ή τα μπαστούνια τους, με τους επιδέσμους στα κεφάλια τους, ή στα μάτια τους, τις νοσοκόμες να τα σπρώχνουν, υποβαστάζοντας τους κουτσούς, ή οδηγώντας τους τυφλούς.
Η εφημερίδα «Ακρόπολη» υποταγμένη στους ξένους δεν γράφει τίποτε για αυτή την πράξη των αναπήρων, μόνο την εμετική πληροφορία για κατάθεση στεφάνων το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου στον μνημείο του Αγνώστου Συτατιώτου από τους Γερμανόφιλους Τσολάκογλου και τους «υπουργούς» στρατηγούς Μπάκο, Μουτούση και τον Πλοίαρχο Παπαδόπουλο, που φορούσαν τις στολές των ανωτάτων Ελλήνων Αξιωματικών, τις οποίες κατεξευτέλιζαν. Και η εφημερίδα περηφανεύοταν.
Η εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα», δημοσίευσε την 1η Δεκεμβρίου 1942 «ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ «ΕΞΥΠΝΟΥΣ» ΠΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΣΘΗΚΑΝ ΜΕ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟΝ. Στο επόμενο φύλλο της «ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΤΑΡΤΑΣ».
Η εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα» δεξιάς αποκλίσεως, ξεκίνησε τον Ιούνιο 1942 από τους Πηνιάτογλου, Βοβολίνη και Μήλιο κυκλοφορούσε δε μυστικά χέρι με χέρι. Από τις στήλες της, που διακρινόταν για την ζωηρή εθνική αρθρογραφία της, διεξαγόταν αργότερα ένας συστηματικός αγώνας κατά της αριστερής παράταξης γενικότερα. Η αιτία αυτής της αλλαγής πρέπει να αναζητηθεί αλλού.
Η πρωταγωνιστική συμμετοχή των αναπήρων σε αντιστασιακές εκδηλώσεις κορυφώθηκε την άνοιξη του 1943, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων που συγκλόνισαν την Αθήνα και σηματοδότησαν τη ρήξη με το κατοχικό καθεστώς. Οι είκοσι εβδομάδες από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο, σημαδεύτηκαν από απεργιακές κινητοποιήσεις και τέσσερα μεγάλα συλλαλητήρια που κατέληξαν σε αιματοχυσία.
Στις 3 Μαρτίου 1943 πήραν μέρος στον ξεσηκωμό για ματαίωση της επιστράτευσης, μαζί με τους εργαζόμενους της Αθήνας και του Πειραιά, τους δημόσιους υπάλληλους. Πλήρωσαν ακριβό τίμημα: 46 νεκροί. Όμως, ούτε ένας Έλληνας δεν πήγε στο Ανατολικό Μέτωπο. Γιατί;
Ο Γερμανοπροσκυνημένος Μπάκος είχε προτείνει να δημιουργηθεί στρατιωτικό σώμα Ελλήνων εθελοντών («κυανόλευκη μεραρχία»), που θα έστελναν στο ανατολικό μέτωπο για να πολεμήσει στο πλευρό του Γερμανικού στρατού. Την ίδια ακριβώς επιθυμία με το Μπάκο είχε και η οργάνωση ΕΣΠΟ, που αποτελούσε την μεγαλύτερη φιλογερμανική οργάνωση. Είχαν στηθεί γραφεία, όπου όποιος επιθυμούσε μπορούσε να συμπληρώσει μια αίτηση για να καταταγεί στην «κυανόλευκη μεραρχία». Έγιναν στη Θεσσαλονίκη 2.000 αιτήσεις εθελοντών και στην Αθήνα 200. Επανήλθαν οι μνήμες του Γκαίρλιτς.
Στη Βασιλίσσης Σοφίας, στη μεγάλη συγκέντρωση 3000 ατόμων –ανάμεσά τους και 200 ανάπηροι– μπροστά στο σπίτι του Λογοθετόπουλου τραυματίστηκε θανάσιμα στο θώρακα ο 25χρονος, με ακρωτηριασμένα κάτω άκρα, Διονύσιος Δημακόπουλος, ο πρώτος αντιστασιακός νεκρός ανάπηρος.
Την Τετάρτη 5 Μαρτίου, παρά το τσουχτερό κρύο και την κατάσταση πολιορκίας, μερικές χιλιάδες κόσμου μαζεύτηκαν στον χώρο έξω από το Υπουργείο Εργασίας στην συμβολή των οδών Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα αντιμετωπίζοντας τα πυρά της Αστυνομίας, Χωροφυλακής, Ιταλών Καραμπινιέρων και Γερμανών στρατιωτών που είχαν διαταγή να τους διαλύσουν. Ανάμεσα στους τρεις διαδηλωτές που σκοτώθηκαν ήταν και ο 34χρονος ανάπηρος Γεώργιος Μαρινάκης, πρώην αστυνομικός από την Κρήτη, ο οποίος πυροβολήθηκε στο μέτωπο.
Το Σεπτέμβρη του 1943, συνθηκολόγησε η Ιταλία. Στα νοσοκομεία μαζεύονται όπλα των Ιταλών που διοχετεύονται στην Αντίσταση.
Στρατιωτικώς, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι Γερμανοί το 1943 ήταν σημαντική γι αυτούς η αντίσταση του ΕΛΑΣ και υποστήριξαν την ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση), η οποία είχε αρχικά εκστρατεύσει εναντίον τους.
Ένα άρτια οργανωμένο σώμα όπως ο ΕΛΑΣ δεν μπορούσε να ανατραπεί από διάσπαρτες ανεξάρτητες μονάδες, αλλά μόνο από τακτικές υπό τον έλεγχο κεντρικής εξουσίας, όπως ήσαν τα Τάγματα Ασφαλείας. Για την δημιουργία αυτής της δύναμης οι Γερμανοί στρατολόγησαν μεγάλο αριθμό Ελλήνων για τους οποίους ο ΕΛΑΣ είχε καταστεί ο κυριότερος εχθρός, λόγω του αντικομμουνισμού τους. Ως επί το πλείστον αυτοί οι Έλληνες ήσαν δεξιά στοιχεία της χώρας, που μέσα στο ακροδεξιό Μεταξικό καθεστώς και τους «ιδεολογικούς αστέρες» του συμπεριλαμβάνονταν φανατικοί ναζιστές και φυτεμένοι άνθρωποι «εν αναμονή» για να υπηρετήσουν τα ναζιστικά πιστεύω τους.
Δημιουργήθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ένοπλα σώματα Ελλήνων δωσιλόγων με απόφαση της δωσιλογικής κυβέρνησης Ράλλη κι’ έδρασαν στην κατεχόμενη Ελλάδα την περίοδο 1943-1944.
Οι Γερμανοί με τη δημιουργία τους πέτυχαν να προκαλέσουν σύγχυση στην Ελλάδα. Τα Τάγματα Ασφαλείας μπορούν να εξεταστούν από στρατιωτικής και πολιτικής πλευράς. Στρατιωτικώς όλα ήσαν εναντίον τους. Λάμβαναν μέρος σε Γερμανικές επιθέσεις εναντίον του ΕΛΑΣ. Τα άτομα που τα αποτελούσαν γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα του τόπου τους καθίσταντο δε χρήσιμα στους Γερμανούς, που μπορούσαν να κατέχουν την Ελλάδα με ελάχιστο αριθμό στρατευμάτων. Μερικοί από τους αξιωματικούς των Ταγμάτων Ασφαλείας ήσαν ικανοί και υπό διαφορετικές συνθήκες θα είχαν σχηματίσει αντιστασιακές ομάδες για να πολεμήσουν τους Γερμανούς. Πού κάτι τέτοιο όμως.
Άλλοι ήσαν χωρίς αρχές, τα δε Τάγματα είχαν ένα μεγάλο αριθμό εγκληματικών τύπων που εκμεταλλεύτηκαν την θέση τους προς ίδιον όφελος.
Από πολιτικής άποψης τα Τάγματα έδειξαν ότι ήσαν χρήσιμα σε σημαντικό ποσοστό Ελλήνων τόσο στο εσωτερικό, όσο και το εξωτερικό διότι εμπόδιζαν την πλήρη επικράτηση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Αν η απελευθέρωση της Ελλάδας καθυστερήσει πολύ ακόμα μπορούσαν να γίνουν τόσο ισχυρά, ώστε να αποτρέψουν οποιαδήποτε απόπειρα για την επικράτηση του ΕΑΜ μόλις φύγουν οι Γερμανοί. Όμως οι περισσότερες από τις ενέργειες των Ταγμάτων ήσαν τρομοκρατικές.
Δημιουργήθηκαν την 18η Ιουνίου 1943, μετά από εισήγηση των Θεοδώρου Πάγκαλου και Στυλιανού Γονατά, σε συμφωνία με τους Γερμανούς. Οπλίστηκαν από τη Βέρμαχτ. Γενικός προϊστάμενός τους ήταν ήταν ο Γερμανός στρατηγός των Waffen SS Γιούργκεν Στρόοπ, ο οποίος αντικαταστάθηκε την 28η Οκτωβρίου 1943 από τον υποστράτηγο Βάλτερ Σιμάνα. Τα μέλη τους αναφέρονται ως «Ταγματασφαλίτες» και «Γερμανοτσολιάδες».
Ή νέα κυβέρνηση, αυτή τη φορά δίπλα της, δεν είχε μονάχα τους δυό φασίστες στρατηγούς – Πάγκαλο και Γονατά – άλλά τό σύνολο της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και πολιτικούς και στρατιωτικούς εκπρόσωπούς της. Η κυβέρνηση Ράλλη αντιπροσωπεύει και την ενωμένη αντιλαϊκή άντίδραση, που συγκροτεί τό μέτωπο της της υποτέλειας στους ξένους. Ο μοναρχικός Ράλλης επιθυμούσε νά εξασφαλίσει τή τάξη μέχρι την έπιστροφή τού βασιλιά και της κυβέρνησής του. Έκρυβε με επιμέλεια τις βλέψεις του για να πετύχει ένωση όλων τών αστικών δυνάμεων κατά του «κομμουνιστικού κινδύνου», που προέβαλε σαν εχθρό και που ήταν τό κύριο σύνθημά του.
Μερικά γνωστά πρόσωπα που διοίκησαν τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν οι Ιωάννης Πλυτζανόπουλος, Βασίλειος Ντερτιλής, Διονύσιος Παπαδόγκωνας, Λεωνίδας Βρεττάκος, Παναγιώτης Στούπας, Νικόλαος Κουρκουλάκος. Κύριες περιοχές δράσης τους η Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος. Οι άνδρες τους ορκίζονταν υπακοή στον Χίτλερ.
Η κυβέρνηση των δοσιλόγων του Ράλλη, ξεκίνησε να καταγγέλλει την δράση των αναπήρων ως αντεθνική. Πρώτη σκληρότερη κι αδιανόητη δημόσια επίδειξή τους, ήταν η επίθεση ενάντια στους ανάπηρους πολέμου, γιατί είχαν θορυβηθεί, από το αντιστασιακό κίνημα, η μόνη αντιμετώπισή του οποίου ήταν η τρομοκρατία, οι εκτελέσεις. Έπρεπε να τα διαλύσουν και να παραδώσουν τους ανάπηρους στους Γερμανούς. Ξεκινά να εκτελεί όσους θεωρούσε μπροστάρηδες. Δεκατέσσερες ανάπηροι, μεταξύ άλλων, πέφτουν νεκροί από τα Γερμανικά πολυβόλα στις 16 Οκτωβρίου 1943.
Έγινε η σκέψη να μαζέψουν όλους τους ανάπηρους στα Μέθανα, δήθεν για λουτροθεραπεία. Αλλά οι ανάπηροι ματαίωσαν κι’ αυτή την πονηρή «λύση». Σε έγγραφα της Κυβέρνησης χαρακτηρίζονται ανάπηροι, που νοσηλεύονταν «άτομα πλέοντα μέσα εις τον βούρκον, απάτριδες και προδότες των εθνικών μας πεπρωμένων», ότι είχαν μετατρέψει τους χώρους των νοσοκομείων σε γιάφκες απόκρυψης οπλισμού και χώρους αντεθνικών συγκετρώσεων. Ότι εξεβίαζαν τους γιατρούς για να χορηγήσουν πιστοποιητικά αναπηρίας σε μη πάσχοντες για να τύχουν αναπηρικής σύνταξης. Ψέματα, ψέματα.
Είναι πραγματικότητα ότι τα νοσοκομεία παρείχαν κάλυψη για την απόκρυψη πλήθους ασυμβίβαστων προς το κατοχικό καθεστώς, ενώ χρησίμευαν δια την αποθήκευση όπλων και εφοδίων για τους αντάρτες των διαφόρων αντιστασιακών οργανώσεων και του ΕΛΑΣ. Εξ άλλου μέσω των Στρατιωτικών νοσοκομείων οργανωνόταν η αναχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών, είτε για το εξωτερικό, είτε για το βουνό. Αυτά η «Κυβέρνηση» τα θεωρούσε προδοτικά και έτσι πιστεύουν σήμερα οι νεοναζί.
Με πρόσχημά τους να τους«αναμορφώσουν» είπε ο Καζαντζάκης:
«Σκοτώστε τους, γιατί θέλουν να ναι λεύτεροι».
Η απαρχή του στυγερού εγκλήματος κατά των αναπήρων έγινε γιατί ο Βασίλειος Δερτιλής, έπρεπε να δώσει τα εχέγγυα στους Γερμανούς για την αφοσίωσή του. Αυτά τα μέτρα καταδικάστηκαν μεγαλόφωνα από την πλειοψηφία των πατριωτικών οργανώσεων και κυρίως του λαού.
Την 26η Νοεμβρίου εκτελέστηκαν στο Γουδί 19 αντιστασιακοί και από την ηγεσία του Εθνικού Συνδέσμου Αναπήρων Πολέμου 1940-41, ο αντιπρόεδρος Διονύσης Γονατάς, ο Γενικός Γραμματέας Ηλίας Τζαμουράνης και οι Κώστας Κουκουβίνος, Στέφανος Συλιβός, Μελέτης Ανυφαντής.
Ο Διονύσης Γονατάς είχε και τα δυο του πόδια παράλυτα από τραύμα στην σπονδυλική στήλη, ο δε Ηλίας Τζαμουράνης, γενική παράλυση. Ήταν και οι δυό τους ήρωες του αλβανικού πολέμου.
Μαζί με άλλους 17 αγωνιστές της Αθήνας οδηγούνται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Για πρώτη φορά στον καιρό της σκλαβιάς, το απόσπασμα είναι «Ελληνικό». Οι «Έλληνες» που το αποτελούν, είναι νεήλυδες τσολιάδες. Τρεις αξιωματικοί. «Έλληνες» και αυτοί διευθύνουν το απόσπασμα. Υπάρχει και ο Γερμανός επόπτης.
Οι μελλοθάνατοι τραγουδούν τον Εθνικό Ύμνο. Οι δολοφόνοι εκστομίζουν χυδαίες βρισιές. Πώς όμως θα τουφεκιστούν οι δυο ανάπηροι που δεν μπορούν να σταθούν όρθιοι; Ο ένας από τους αξιωματικούς βρίσκει τη λύση: Διατάσσει και φέρνουν δυο καρέκλες και ο Γονατάς με τον Τζαμουράνη τοποθετούνται πάνω. Αλλά ούτε και στις καρέκλες μπορούν να σταθούν. Δυο προσκυνημένα καθάρματα, που ντροπιάζουν το τιμημένο όνομα του Έλληνα Τσολιά, βγάζουν τους ζωστήρες τους και με αυτούς δένουν τα κορμιά των τραγικών θυμάτων τους πάνω στις καρέκλες. Πυρ! διατάσσει ο επικεφαλής και οι 19 αγωνιστές είναι νεκροί.
Το φρικιαστικό όμως έγκλημα της 30ης Νοεμβρίου 1943 ήταν επινόηση του Ράλλη και σχεδιάστηκε μαζί με τους «μαύρους» ανθρώπους, Στυλιανό Γονατά και Βασίλειο Δερτιλή. Όταν λίγες μέρες πιο πριν παρουσιάστηκε μια επιτροπή αναπήρων, ο Γονατάς τους δήλωσε κυνικά: «Θα σας εξοντώσουμε όλους γιατί είστε εαμίτες». Και δεν αισχύνονταν μαζύ με τον Ράλλη, που αποκαλούσε τους ανάπηρους – τη ζωντανή αυτή δόξα της Ελλάδας – «αναρχικούς κηφήνας».
Πριν ακόμη ξημερώσει η 30η Νοέμβρη, οι Γερμανοτσολιάδες του Ράλλη, πάνω από χίλιοι, οπλισμένοι σαν αστακοί με Γερμανικά όπλα, μεταφέρθηκαν με Γερμανικά καμιόνια υπό την καθοδήγηση του αρχιγκεσταπίτη Φον Στρόουπ. Ξεκίνησαν την επίθεσή τους στα 19 νοσοκομεία. Η σφαγή είχε ξεκινήσει.
Αντι άλλης περιγραφής του εγκλήματος ας παρακολουθήσουμε την εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα» της 6ης Δεκεμβρίου 1943 να μας το περιγράψει.
Η επικεφαλίδα της δημοσίευσης είναι:
«ΟΙ ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΙ ΤΩΝ ΠΡΟΔΟΤΩΝ ΡΑΛΛΗ-ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ, ΑΤΙΜΑΣΑΝ ΤΗΝ ΘΡΥΛΙΚΗ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΤΣΟΛΙΑ».
«Ότι δεν είχαν κατορθώσει να επιτύχουν οι Ιταλοί το επέτυχεν η προδοτική Κυβέρνησις Ράλλη…
Ο πραγματικός όμως λόγος ο οποίος επίεζε τους Ιταλούς να επιτύχον την απομάκρυνση και διασκορπισμόν των αναπήρων εις τας επαρχίας των ωφείλετο εις το ότι η τραγική εικών την οποίαν ενεφάνιζον οι ανάπηροι, λόγω της τελείας εγκαταλείψεώς των από την τότε ψευδοκυβέρνησιν των Τσολάκογλου – Λογοθετοπούλου κατά την περίοδον της πείνης 1941-1942 επέδρα εις το ηθικόν του Ιταλικού στρατού. Ακόμη δε και διότι οι ανάπηροι μετέχοντες όλων των πατριωτικών και απελευθερωτικών εκδηλώσεων του Ελληνικού λαού, προεκάλουν εκάστοτε τας πατριωτικάς εκδηλώσεις του πλήθους εις βάρος των στρατευμάτων κατοχής…
Η Μακεδονία και η Θράκη παραδίδονται στους Βουλγάρους και ο πληθυσμός τους αποδεκατίζεται, ή μεταφέρεται στο εσωτερικό της Βουλγαρίας για καταναγκαστικά έργα. Χωρίς την ελπίδα επιστροφής.
Η αγωνία της πείνας σπαράσσει εκατομμύρια λαού. Η ζωή τόσων Ελλήνων καταδικάστηκε εις τα χρηματιστηριακά κόλπα των Ράλλη, Τσιρονίκου και της παρέας των Γεώργηδων, η δε απομείνασα εθνική οικονομία καταβάλλεται προσπάθεια να περάση εις την αρριβιστικήν μανία μερικών παληανθρώπων, οι οποίοι βρίσκονται μεταξύ της προδοτικής αυτής Κυβερνήσεως και των κατακτητών μας. (σ. Γιώργηδες ήσαν οι Ζωγράφος, Μερκούρης, Πολογιώργης, Ράλλης και Μαρής)…
Πρό μιας εβδομάδος είχε ληφθεί η απόφασις της εκκενώσεως των νοσοκομείων και της απομακρύνσεως των αναπήρων εξ Αθηνών.
Η δοθείσα από το υπουργείον Εθνικής Αμύνης (;) διαταγή προς τους επικεφαλής των ταγμάτων ασφαλείας αξιωματικούς ήταν ρητή. Έπρεπε εντός της ημέρας εκείνης να πραγματοποιηθεί η εκκένωσις των νοσοκομείων ακόμα και δια της χρησιμοποιήσεως των όπλων.
Όλα τα νοσοκομεία είχαν περικυκλωθεί από της 5ης πρωινής από τμήματα των ταγμάτων ασφαλείας, αναμένοντα να ξημερώσει δια να εισέλθωσιν εις αυτά. Οι ανάπηροι αντιληφθέντες ότι είχαν πολιορκηθεί και χωρίς να γνωρίζουν σε ποιον σκοπό απέβλεπε η πολιορκία αύτη, έλαβον την απόφασιν να απαγορεύσουν την είσοδον στους θαλάμους. Πρός τον σκοπόν αυτόν ενίσχυσαν τας εισόδους δια της τοποθετήσεως όπισθεν αυτών διαφόρων επίπλων και κλινών.
Ευθύς ως εξημέρωσε οι εύζωνοι παραβιάσαντες τας εξωτερικάς εισόδους και φθάσαντες πρό των θαλάμων νοσηλείας εζήτησαν από τους αναπήρους το άνοιγμα των θυρών των θαλάμων. Εις άρνησιν των εντός των θαλάμων ευρισκομένων αναπήρων οι εύζωνοι ήρχισαν πυροβολούντες πρός το εσωτερικόν των θαλάμων. Αυτούς εμιμήθησαν αμέσως και οι εκτός των κτιρίων ευρισκόμενοι «συνάδελφοί» τους, οι οποίοι επυροβόλουν προς τα παράθυρα και τους εξώστας. Ούτως η προσπάθεια της εκκενώσεως των νοσοκομείων εξελίχθη εις επίθεσιν καταλήψεως «ωχυρωμένων φρουρίων».
Οι εντός των θαλάμων ευρισκόμενοι ανάπηροι τυφλοί, παράλυτοι, με κομμένα πόδια, χωρίς χέρια, με πληγές από χρόνιες γάγγραινες, από τραύματα και κρυοπαγήματα, παρακολουθούσαν με κατάπληξν την μανίαν των ενόπλων αδελφών Ελλήνων (;) και διερωτώντο, ποιο έγκλημα διέπραξαν, ή ποιος ακριβώς τους φοβήθηκε τόσο πολύ κι έστειλε τόσο στρατό πάνοπλο να τους αιχμαλωτίσει…
Μετά δίωρον περίπου τα τάγματα ασφαλείας ενισχυθέντα και από δυνάμεις της χωροφυλακής επέτυχον δια της χρησιμοποιήσεως λοστών και τσεκουριών να σπάσουν τας θύρας των θαλάμων και ούτως εγένοντο κύριοι των «ηρωικών φρουρίων».
Ήρχισεν αμέσως η μεταφορά των αναπήρων δια φορτηγών αυτοκινήτων χωρίς καμμίαν διάκρισιν παθήσεως, ή βαθμού αναπηρίας εις το οίκημα του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα της οδού Πειραιώς. Οι μεταφερθέντες μέχρι του απογεύματος εκείνης της ημέρας είχον ανέλθει εις 2.000.
Η προδοτική Κυβέρνησις είχεν αποδόσει μεγίστην σημασίαν εις την εκκένωσιν των νοσοκομείων από τους αναπήρους.
Εγνώσθη σχετικώς, ότι καθ’ όλην την νύκτα της 29ης προς την 30ην Νοεμβρίου ο Ράλλης και οι υπουργοί του διενυκτέρευσαν εις το Πολιτικόν γραφείον επεξεργαζόμενοι το σχέδιον της επιδρομής εναντίον των νοσοκομείων. Κατά την συνεργασίαν αυτήν παρίσταντο και ανώτεροι αξιωματικοί του Ελληνικού στρατού (;) παρέχοντες τας στρατιωτικάς των γνώσεις για το επιτελικό μέρος της επιχειρήσεως.
Η εξέλιξις της επιδρομής εναντίον των στρατιωτικών νοσοκομείων μετεδίδετο δι’ αγγελιαφόρων πρός τους αναμένοντας υπουργούς, οι οποίοι απεχώρησαν του πολιτικού γραφείου μόνον όταν ανεφέρθη εις αυτούς ότι «η επειχείρησις ετερματίσθη», δια της καταλήψεως των νοσοκομείων και της μεταφοράς των αναπήρων».
Έγιναν 283 εκτελέσεις. Μέχρι την απελευθέρωση θα εκτελεστούν εκατοντάδες ανάπηροι, χωρίς να είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός τους.
Κατά το σούρουπο στήθηκε κανιβαλικός χορός στους άδειους πια θαλάμους. Υπό την επίδραση ναρκωτικών οι «λεβέντες» τσολιάδες του Δερτιλή, γιορτάζουν την περίλαμπρη νίκη τους! Γυρίζουν αδειανά τα φορτηγά τους, για να φορτώσουν «λάφυρα». Τα φτωχικά ρουχαλάκια, τα ξύλινα πόδια, τ’ αναπηρικά καροτσάκια μαζί με κουβέρτες, σεντόνια, φάρμακα, χειρουργικά εργαλεία και τρόφιμα μεταφέρονται στο Δημοπρατήριο για ξεπούλημα. Το έγκλημα δεν έμεινε κρυφό και την 1η Δεκεμβρίου κυκλοφορεί η είδηση.
Ας έλθουμε τώρα και στην προσκυνημένη «Ακρόπολη», ξέρετε την πρώτη Ελληνική Εφημερίδα, που κατεξευτέλιζε τον Βλάση Γαβριηλίδη, τα κόκαλα του οποίου τρίζανε. Γράφει την επομένη τον οχετό των ψεμάτων που βγήκε από το στόμα του θρασύδειλου προδότη Ράλλη.
«Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΙΣ ΜΙΑΣ ΑΝΩΜΑΛΙΑΣ.
Η χθεσινή ενέργεια εις τα νοσοκομεία, επιβληθείσα από την ανάγκην ως αναπότρεπτος εγχείρισις, δεν μπορεί παρά να τύχει της γενικής κατανοήσεως και επιδοκιμασίας της κοινής γνώμης.
Αι δημοσιευόμεναι εις άλλην θέσιν τόσον εκτενείς και πυκναί εις πληροφοριακά στοιχεία ανακοινώσεις του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως χύνουν άπλετον φώς εις τας συνθήκας υπό τας οποίας κατέστη απαραίτητος η προσφυγή εις το χθεσινόν μέτρον… Τα νοσοκομεία κατεκλύσθησαν βαθμιαίως από ανθρώπους όχι μόνον ουδέποτε τραυματισθέντας κάν -αλλά και εις πολλάς περιπτώσεις μη στρατευθέντας – πράκτορας αναρχικούς, οι οποίοι σιτιζόμενοι εις τα ευαγή ιδρύματα τα μετέβαλον εις εστίας αναρχίας και παντοειδούς κοινωνικής μολύνσεως… Η ασυγχώρητος ανωμαλία ετερματίσθη. Δεν αμφιβάλλομεν επίσης ότι όλοι οι πραγματικοί ανάπηροι οι έχοντες ακόμη ανάγκην νοσοκομειακής περιθάλψεως θα τύχουν εξαιρετικής προσοχής και θα εξασφαλισθούν κατά καλύτερον τρόπον ακόμη και από πρίν…».
Την παραπάνω θέση της προδομένης Ακρόπολης, την αντικρούει η εφημερίδα «Ελληνικόν Αίμα», της 6ης Δεκεμβρίου 1943.
«Αυτά τα πράγματα πρέπει να ειπωθούν. Τώρα που η δυάδα Ταβουλάρη – Σιμάνα σοφίστηκε να βάζη Έλληνες να σκοτώνουν Έλληνες. Τώρα που τα βδελυρά τσιράκια του Γκεσταπίτη Βουλπιώτη ατίμασαν την δοξασμένη φουστανέλλα του τσολιά, φορώντας την στους σεσημσμένους κακοποιούς των ταγμάτων ασφαλείας. Τώρα που οι μελλοθάνατοι «κυβερνήτες» διεξάγουν εις τα πολιτικά γραφεία «επιχειρήσεις» κατά των νοσοκομείων, στα οποία νοσηλεύονται ανάπηροι του Αλβανικού Μετώπου κι’ όπου το πρωί της 30ης Νοεμβρίου κατέφθαναν ασθμαίνοντες αγγελιαφόροι για να αναφέρουν ότι κατελήφθη το τάδε νοσοκομείον, ενώ οι «επιτελείς» αντάλλαζαν συγχαρητήρια σε κάθε καινούργια «επιτυχία».
Και ίσως να υπάρχουν αφελείς Έλληνες που να μένουν ασυγκίνητοι μπροστά στη μακάβρια αυτή κωμωδία, που σκηνοθέτησε ο κύναιδος Ταβουλάρης με σκηνογράφο τον περιβόητο Ιταλοδίαιτο Ντερτιλή. Ίσως να νιώθουν την συνείδησίν των αναπαυμένην με την βεβαίωση, που τους παρέχεται ότι οι κάθε τόσο εκτελούμενοι όμηροι είναι κομμουνιστές, ότι τα τάγματα ασφαλείας μόνον αντικομμουνιστικόν αγώνα διεξάγουν, ότι οι Γερμανοί μόνο τους κομμουνιστές κυνηγούν».
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας ενημέρωσε τον αρχηγό του Κόμματος των Φιλελευθέρων Σοφούλη, την 10 Δεκεμβρίου 1943 γράφοντας για την τρομερή κατάσταση που πρόσφατα δημιουργήθηκε από τις ενέργειες της Κυβέρνησης Ράλλη – Ταβουλάρη. Διά της διαταγής και προς όφελος των ξένων κατακτητών, μια παράλογη τρομοκρατία έχει οργανωθεί και εξαπολυθεί εναντίον του λαού….
Αυτή η κατάχρηση εξουσίας έφτασε στο σημείο να βάλουν Έλληνες με την ευγενή στολή του Εύζωνα να πυροβολήσουν ανάπηρους από τα Αλβανικά βουνά, άνδρες με κομμένα πόδια, με παράλυση, και να εισβάλλουν στα νοσοκομεία των αναπήρων για να βγάλουν έξω ανθρώπους άρρωστους, ακρωτηριασμένους και με ανοιχτά τραύματα, να τους στριμώξουν γυμνούς στις φυλακές Χατζηκώστα και Χατζηκυριάκου…»
Ο ανάπηρος του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, Αλέξανδρος Ρωμανός κατέθεσε τον Μάρτιο του 1945 στην πρώτη δίκη των δοσιλόγων:
Ένα πρωινό στις 30 Νοεμβρίου οι τσολιάδες με πολυβόλα, χειροβομβίδες και άλλα όπλα κύκλωσαν τα νοσοκομεία, μπήκαν κι άρχισαν να μας χτυπούν επάνω στα κρεβάτια μας με μανία. Δε λογάριασαν τίποτα. Μας μάζεψαν όπως είμαστε από τον ύπνο, χωρίς ρούχα και μας κουβάλησαν όλους στου Χατζηκώστα, 530 άνθρωποι, χωρίς κουβέρτες, γυμνοί και με ανοιχτές πληγές κλειστήκαμε σ’ ένα μόνο θάλαμο επί 9 ημέρες. 850 άλλους αναπήρους που τους είχαν κλείσει σ’ άλλο νοσοκομείο τους πήγανε έπειτα στο Χαϊδάρι… Και κάθε τόσο έρχονταν οι Γερμανοί με τα Τάγματα Ασφαλείας κι έπαιρναν πότε 5, πότε 10 αναπήρους για εκτέλεση. Η τραγωδία μας αυτή κράτησε μέχρι 20 Σεπτέμβρη που όσοι απομείναμε ζωντανοί μας άφησαν ελεύθερους, αφού πλησίαζε η ώρα της απελευθέρωσής μας».
Υπήρξαν και πολιτικοί, όπως ο Θεμιστοκλής Τσάτσος και άλλοι μάρτυρες «υπερασπίσεως» για τους οποίους τα «Τάγματα Ασφαλείας» δεν συγκροτήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τους Γερμανούς. Απεναντίας πρόσφεραν τις υπηρεσίες στην πατρίδα. Η σκόπιμη αυτή διαστρέβλωση της αλήθειας μας φέρνει στη μνήμη τις ζοφερές μέρες που άρχισαν τις καριέρες τους οι «εθνικοί ήρωες» του Θ. Τσάτσου. Και ο Τσάτσος, όπως και οι υπόλοιποι μάρτυρες υπερασπίσεως δηλαδή οι Θεμιστοκλής Σοφούλης Γεώργιος Καφαντάρης, Γεώργιος Στράτος, Τζων Θεοτόκης, Κωνσταντίνος Ρέντης, Θεόδωρος Πάγκαλος, Θρασύβουλος Τσακαλώτος, Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων, Αντιναύαρχος Δημήτριος Οικονόμου, Δημήτριος Μάξιμος, είπαν ότι δέν έγινε τίποτε. Ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Καφαντάρης υποστήριξε: «Οἱ κατηγορούμενοι ὁδηγήθηκαν ἀπό δύο σκέψεις, εἴτε ὅτι ἡδύναντο νά προσφέρουν τάς ὑπηρεσίας των εἰς τόν λαόν, ἔστω καί μικράς, εἴτε ὅτι ἡ νίκη τοῦ ἄξονος ἧτο βεβαία καί ἔπρεπε νά προπαρασκευασθεῖ τό ἔδαφος διὰ νὰ ἐμφανισθοῦν κατά τήν ρύθμισιν τῶν ἐθνικῶν ζητημάτων, συνήγοροι τῶν δικαίων τοῦ ἔθνους». Και δεν φθάνει αυτό. Οι άνδρες των Ταγμάτων ασφαλείας συνταξιοδοτήθησαν για τις προσφερθείσες προδοτικές τους πράξεις. («Ελευθερία» 10 Μαρτίου 1945). Θαυμάστε τους πολιτικούς μας.
Πληροφοριοδότες για τις απόψεις των αναπήρων ήσαν αγράμματοι τσαρλατάνοι που δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν τη ήρα από το στάρι και είχαν ανακατευθεί με τους ανάπηρους. Επειδή οι κατοχικοί προδότες ισχυρίζονταν ότι στα νοσοκομεία βρίσκοταν κομμουνιστές ο πρώην χωροφύλακας Γεώργιος Παντερμάκης τους διαψεύδει, λέγοντας σε συγγενή του, ότι «μόλις το 5% ήσαν κομμουνιστές ενώ όλοι οι άλλοι είμαστε πατριώτες απ’ όλα τα κόμματα του τόπου. Για την πατριωτική μας δράση οι Γερμανοί δεν μας έβλεπαν με καλό μάτι γιαυτό και έβαλαν τους δικούς μας να μας μαζέψουν και μας έφεραν εδώ». Υπήρχαν κομμουνιστομάχοι αξιωματικοί, παραδομένοι στους Γερμανούς αποδίδοντες τα πάντα στους κομμουνιστές.
Η κατάσταση των κρατουμένων προκάλεσε διαμαρτυρίες από εκπροσώπους του Ερυθρού Σταυρού. Ο Αριστοτέλης Κουτσουμάρης υπάλληλος του, ανέφερε τα εξής:
«Από τον Ερυθρό Σταυρό… μου ανετέθη η διεύθυνσις της τροφοδοσίας των φυλακισμένων… Η κατάσταση των 2.000 συλληφθέντων αναπήρων ήτο τόσο άθλια, ώστε ο Ελβετός διευθυντής του Ερυθρού Σταυρού προέβη εις εντονοτάτην διαμαρτυρίαν εις τον Ράλλην… Πολλοί ανάπηροι, κ. Πρόεδρε, εκρατούντο με πυορροούσες πληγές χωρίς καμμία περίθαλψη. Μετά ενάμισι μήνα είδα, έναν ανάπηρο με κομμένα πόδια να σέρνεται για να πάει στο αποχωρητήριο. Μάταια έκανα διαβήματα να δοθούν στους αναπήρους τα ξύλινα πόδια τους και τα ρούχα τους…
Οκτώ μέρες μετά την σύλληψη των αναπήρων, είδε 20 φορτηγά της Ειδικής Ασφάλειας να περιμένουν έξω από τις Φυλακές Χατζηκώνστα. Ρωτώντας τον επικεφαλής αξιωματικό της Ασφάλειας, εκείνος του αποκάλυψε ότι οι Γερμανοί είχαν ζητήσει 1000 αναπήρους για το Χαϊδάρι. Ο Κουτσουμάρης κατάφερε να μειώσει τον αριθμό των αναπήρων από 1.000 σε 300.
Στις 13 Ιανουαρίου 1944, μεταφέρθηκαν στο Χαϊδάρι με δεκαπέντε λεωφορεία συνολικά 324 ανάπηροι, τα οποία συνόδευαν άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Αφού έγινε καταμέτρηση και σωματική έρευνα από ταγματασφαλίτες και Γερμανούς, οι συλληφθέντες αναγκάζονταν να βγάλουν όλα τους τα ρούχα κάτω από ειρωνικά γέλια και χτυπήματα Ελλήνων και Γερμανών.
Τους κούρεψαν με την ψιλή μηχανή για να διακρίνονται από τους άλλους εγκλείστους και επέλεξαν τους πιο αρτιμελείς για τις ομάδες καταναγκαστικής εργασίας του στρατοπέδου. Οι ανάπηροι αποτελούσαν μια ξεχωριστή κατηγορία κρατουμένων, ορατοί από τους φρουρούς αλλά σεβαστοί από τους συγκρατούμενούς τους. Υπέστησαν κτηνώδη βία, λόγω της υπερήφανης και ανυποχώρητης στάσης, που κράτησαν στο στρατόπεδο. Ο δημοσιογράφος Νίκος Ραμαντάνης, έγκλειστος του στρατοπέδου, περιέγραψε δύο χρόνια αργότερα την κατάσταση των αναπήρων στο Χαϊδάρι: σε σειρά δημοσιευμάτων του στην εφημερίδα «Έθνος».
«Άλλος με πόδι κομμένο, άλλος με μάτι βγαλμένο κι άλλος χλωμός σαν λείψανο, γιατί τα πνευμόνια του ήταν σάπια από τις κακουχίες κι από τα τραύματα του θώρακα, κατά την εποποιία του Αλβανικού.
Ένας από τους τσολιάδες αποτελούσε την παραφωνία μέσα στο κανιβαλικό κέφι των άλλων συναδέλφων του. Στεκότανε ζαρωμένος δίπλα στο τελευταίο αυτοκίνητο ακουμπισμενος στη μηχανή του. Ήταν ένα μικρό παιδί, που δεν είχε πατήσει ίσως και τα είκοσι. Είχε σκύψει κάτω το κεφάλι του και ντρεπότανε να κυττάξει γύρω του. Η στάση του μας έδωσε την εντύπωση ότι τον στενοχωρούσε η κατάντια των συναδέλφων του…», αν τους πούμε εμείς συναδέλφους.
Ο Ραμαντάνης αναφέρει πως οι άλλοι κρατούμενοι μόλις βεβαιωθήκανε ότι ήσαν ανάπηροι άρχισαν να τους βλέπουν με ευνοϊκώτατο μάτι και προσπάθησαν να τους βοηθήσουν Οι «προδότες» τους είχαν αφήσει χωρίς κουβέρτες μέσα στο καταχείμωνο με μόνο τα ρούχα που φορούσαν:
«Αρνούμαι να μιλήσω πως πέρασαν τις μέρες τους οι ήρωες του Αλβανικού στο Χαϊδάρι μαζί με τους άλλους Έλληνες. Άνθρωποι που δώσανε κομμάτια ολόκληρα από το κορμί τους στον βωμό της πατρίδας, δεν μπορούσε παρά να είναι ψημένοι στις περιπέτειες και με ολόπλευρη ζωντάνια στις εκδηλώσεις τους. Η ζωή τους ήταν η πιο σκληρή κόλαση… άρχισαν μ’ έναν αγνό μα επιπόλαιο αγώνα ανυπακοής στους κανονισμούς και τα φιρμάνια του Ραντόμσκυ [δηλ. του Γερμανού διοικητή του Χαϊδαρίου]. Στα προσκλητήρια αργούσαν να έρθουν. Στην καθημερινή δουλειά προσπαθούσαν να ξεφύγουν. Στην ποιότητα του φαγητού άρχισαν να διαμαρτύρωνται, αδιαφορώντας για τους κινδύνους που απειλούσαν όλους μας. Αγώνες αγνοί, αλλά καταδικασμένοι σε αποτυχία μέσα στο Χαϊδάρι. Εμάς μας συγκινούσε η ζωντάνια και η αυθόρμητη αυτή αντίδραση των αναπήρων μέσα στην φοβερή πραγματικότητα του στρατοπέδου…».
Ισχυρίζονταν οι δωσίλογοι, ότι δεν «σκοτώνανε Έλληνες, αλλά μόνο κομμουνιστές», γιατί άμα δεν τους σκότωναν θα επικρατούσε ο κομμουνισμός και θα χανότανε «η Ελλάς και ο Χριστός και η Παναγία». Έτσι σκοτώνανε με καθαρή καρδιά.
Η δαιμονοποίηση των αναπήρων συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση. Ενδεικτικό της προπαγανδιστικής υστερίας είναι το γεγονός πως ο θάνατος των αναπήρων όχι μόνο δεν αποσιωπήθηκε αλλά υπερτονίστηκε σαν υποτιθέμενη δίκαιη τιμωρία της «δικής τους δολοφονικής ενέργειας».
Στις 16 Δεκεμβρίου 1943, είκοσι {20} από τους συλληφθέντες του μπλόκου εκτελέστηκαν έξω από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Ανάπηροι βρίσκονταν και μεταξύ των 200 εκτελεσμένων της 1ης Μαΐου 1944 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Ο Νικόλαος Μπάνης και ο Δημήτριος Σαραντόπουλος εκτελέστηκαν μαζί με άλλους ομήρους αντιποίνων στις 3 και τις 16 Μαΐου αντίστοιχα. Ο Παντελής Παναγόπουλος εκτελέστηκε με άλλους 91 κρατουμένους του Χαϊδαρίου -άνδρες και γυναίκες- στο σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Το Πάσχα του 1944, συνολικά 220 από τους ανάπηρους αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι υπόλοιποι 87 μεταφέρθηκαν στις 17 Μαΐου με φορτηγά στη Ριτσώνα, όπου και εκτελέστηκαν σε αντίποινα για μια επίθεση του ΕΛΑΣ. Όσοι όμως αφήνονταν ελεύθεροι αντιμετώπιζαν κλήσεις του Εκτάκτου Στρατοδικείου, που δίκαζε με βάση νομοθετικά διατάγματα της Μεταξικής περιόδου αλλά και του 1943 περί σύστασης συμμορίας, διατάραξης ειρήνης κ.ά.
Ποιοι θα έδερναν και θα σκότωναν ανάπηρους, ακρωτηριασμένους, κατάκοιτους, τυφλούς; Μόνο αυτοί, που έχουν μέσα τους το δηλητήριο του ναζισμού και του ρατσισμού ενάντια στους ανάπηρους. Δεν τους λες «ανθρώπους», ούτε «πατριώτες». Τους λες υπανθρώπους κατωτάτης υποστάθμης, ταγματασφαλίτες, μαυραγορίτες, ανάλγητους, δωσίλογους, ναζί, καθάρματα.
Μήπως όποιες σκέψεις κάνουμε για τα Τάγματα Ασφαλείας, πρέπει να κάνουμε και για όλους αυτούς που το παίζουν πατριώτες και συνεχίζουν να τιμούν ακόμα τους δωσίλογους; Τι είδους ιστορικός είναι κάποιος που αναφέρεται σε διαφορά ανάμεσα στους θύτες και τα θύματα, προκειμένου να υπηρετήσει τον φανατικό αντικομμουνισμό του;
Τελικά ποιούς τίμησε η πατρίδα; Τους ήρωες της Αλβανίας ανάπηρους που εκτελέστηκαν; ή τους εκτελεστές τους; Και σήμερα;
Υπενθυμίζουμε ότι ο αγνός Έλληνας της κατοχής δεν είχε σχέση με τους αρνησιπάτριδες, προδότες συμφεροντολόγους, δοσιλόγους, που δυστυχώς δεν τιμωρηθήκανε και τούτο γιατί τα Δεκεμβριανά υπήρξαν η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για όλους τους δοσίλογους και άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας.
Η τιμωρία τους θα ήταν διαφορετική, άν δεν μεσολαβούσε η σύγκρουση των Αθηνών, κατά την διάρκεια της οποίας το ΚΚΕ διέπραξε στρατηγικά λάθη.
Στην κατάθεση του ο Γεώργιος Παπανδρέου στη δίκη των δοσιλόγων, χαρακτήρισε τα τάγματα ασφαλείας «όργανα ταχθέντα εις την υπηρεσίαν των Γερμανών» μολονότι η αποστολή τους ήταν κατά των κομμουνιστών, «αλλά και τούτου δοθέντος δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η ηθική ζημία από τα τάγματα ασφαλείας είναι μεγάλη». Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είπε, ότι τα τάγματα δεν προστάτευσαν τον πληθυσμό. Ο δε Γεώργιος Μυλωνάς ότι δημιουργήθηκαν για να διεγείρουν τον εμφύλιο πόλεμο.
Όπως αναφέρει ο μελετητής της αντιμετώπισης των δοσιλόγων Δημήτρης Κουσουρής «όσοι είχαν οικονομική επιφάνεια κι ερείσματα στον κρατικό μηχανισμό, γενικά την έβγαλαν καθαρή. Ανάμεσά τους συναντά κανείς τον μετέπειτα πρωθυπουργό της χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια, τον πρώην δικτάτορα Θεόδωρο Πάγκαλο, τον αρχηγό του αιματοβαμμένου Μηχανοκίνητου της αστυνομίας Νίκο Μπουραντά, τον Ιωάννη Βουλπιώτη και πολλούς επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και αξιωματικούς που στελέχωναν ναζιστικές οργανώσεις».
Η εξωδικαστική εκκαθάριση των συνεργατών των ναζί στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε η βιαιότερη, ούτε η μαζικότερη. Τα περί ακροτήτων είναι προϊόντα της μετεμφυλιακής ψυχροπολεμικής προπαγάνδας, που πρόσφατα ανακυκλώνεται «επί το επιστημονικότερον».
Όταν παρέστη ανάγκη οι Έλληνες δικαστές να κρίνουν σοβαρές υποθέσεις τα έκαναν θάλασσα. Έτσι κι εδώ οι αρχηγοί τους αθωώθηκαν. Στο σκεπτικό της αθωώσεως αναφέρεται: «Ἡ συγκρότηση τῶν ταγμάτων εὐζώνων δὲν ἀποσκοποῦσε οὔτε στὴν ἄσκηση βίας καθ’ Ἑλλήνων, ἕνεκα τῆς δράσεως αὐτῶν κατά τῶν Γερμανῶν ἤ Ἰταλῶν, οὐδέ την διέγερσιν ἐμφυλίου πολέμου, ἀλλά εἰς τήν ἀποκατάστασιν τῆς τάξεως ἐν τῇ ὑπαίθρῳ καὶ εἰς τάς πόλεις, ἥτις εἶχε ἐπικινδύνως διασαλευθεῖ ἐκ τῆς δράσεως κακοποιῶν στοιχείων…»
Ο αριθμός των δοσίλογων που τιμωρήθηκαν, έστω τύποις, στην Ελλάδα, είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη. Οι καταδίκες τους ήταν εν τέλει τόσο περιορισμένες ακόμα και σε σχέση με τον αριθμό των προσαχθέντων σε δίκη. Πάνω από το 80% των υποθέσεων δεν έφτασε σε δίκη, αλλά μπήκαν στο συρτάρι με βουλεύματα κιόλας από την προανακριτική διαδικασία. Γι’ αυτό τα Ειδικά Δικαστήρια Δωσιλόγων καταγγέλθηκαν ως «αθωοδικεία».
Η βασική ελληνική ιδιαιτερότητα είναι πως οι περισσότεροι δοσίλογοι ενσωματώθηκαν στον κρατικό μηχανισμό και εισχώρησαν στις πτυχές του καθεστώτος το Δεκέμβριο του 1944, πριν προλάβουν να δικαστούν. Είμαστε η χώρα που έδωσε «συγχωροχάρτια» στους ναζί και καθεστωτικούς αξιωματούχους, τους αποκατέστησε και τους εμπιστεύτηκε θέσεις εξουσίας, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τους ίδιους δικαστές. Εντοπίζουμε τις συνέχειες ακροδεξιών μηχανισμών και ιδεολογικών αντιλήψεων, που μέχρι πρόσφατα φαινόταν να έχουν εκλείψει οριστικά και που ξαναεμφανίζονται σήμερα ανανεωμένες, με κυβερνητικό-καθεστωτικό μανδύα. Σε καμμιά άλλη χώρα δεν συνέβη αυτό σε τέτοια έκταση και τόσο απροκάλυπτα, εξέλιξη που δηλητηρίασε την πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου για δεκαετίες. Πυροδότησε τον Εμφύλιο, συνέβαλε στην επιβολή της χούντας το ’67, δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης καρκινωμάτων τύπου Χρυσής Αυγής.
Θα κλείσουμε την ομιλία με τα μηνύματα που έγραψαν στους τοίχους της φυλακής Χατζηκώνστα δυό από τους μελλοθάνατους, που τα παραθέτει στο βιβλίο του ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης.
«Η πατρίς ευγνωμονούσα για τις θυσίες μας μας έκλεισε στις φυλακές. Κι’ αυτό θα περάσει». Και ένας άλλος γράφει:
«Να πως καταντήσαν οι ήρωες της Αλβανίας. Από τα κρεββάτια του πόνου, γυμνοί και ξυπόλητοι στα μπουντρούμια της Εθνικής Ασφαλείας. Ένας Ανάπηρος».