Το τακτικό άρθρο στην ΑΥΓΗ Πύργου του Εκπαιδευτικού Νίκου Τσούλια
<<Ζητούμενο, ο εκδημοκρατισμός της επιστημονικής μεθόδου>>
Του συνεργάτη της Εφημερίδας μας Εκπαιδευτικού κ. Νίκου Τσούλια
Συχνά δεν διαφέρουν μόνο οι μέθοδοι της έρευνας, στοιχείο που δεν είναι κατ’ ανάγκην αρνητικό αλλά και η ίδια η σημασιολόγηση των λέξεων, ενίοτε δε και ο ίδιος ο γλωσσικός κώδικας. Αλλά υπάρχει επ’ αυτών ένα ερώτημα: «Άραγε οι λέξεις δεν οφείλουν να είναι για τις ιδέες όλων των επιστημών ό,τι και οι αριθμοί για τις ιδέες της αριθμητικής;»[i].
Η απόσταση που διαφοροποιεί τη μεθοδολογία στις διάφορες εκφράσεις της δημιουργεί συχνά προβλήματα γενικότερης αμφισβήτησης. Και πολύ ορθά επισημαίνεται ότι «είμαστε, ακόμα, πολύ μακριά από την ημέρα που οι βιολογικές, οι γνωστικές και οι κοινωνικές επιστήμες θα αναπτύξουν ένα κοινό εννοιολογικό πλαίσιο και μια κοινή ατζέντα για να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα ζητήματα που μοιράζονται»[ii].
Η εποχή μας κυριαρχείται όλο και πιο έντονα από τη λειτουργία της επιστήμης. Η επιστημονική θεώρηση ίσως να πρέπει να σημειωθεί ότι δρα ως η μία και μοναδική μεγάλη ιδεολογία των καιρών μας. Είναι η μόνη κοσμοαντίληψη που ενοποιεί το μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας και που «σχεδιάζει» με συνεχώς επεκτατικό τρόπο τη δημιουργία του μέλλοντός μας. Έχει υποσκελίσει – όσον αφορά την ευρεία νομιμοποίησή της – τόσο τη θρησκεία όσο και τη φιλοσοφία, την πρώτη γιατί «τεμαχίζει» με τους δογματισμούς και με τους ποικίλους φονταμενταλισμούς την ανθρωπότητα και τη δεύτερη γιατί δεν εξελίσσεται στο βαθμό που εξελίσσεται η επιστήμη. Και αυτή η επικράτηση της επιστήμης οφείλεται κυρίως στα παραγόμενα αποτελέσματα – σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας – τα οποία όμως είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια της επιστημονικής μεθόδου.
Αλλά οφείλουμε να μην ενθουσιαστούμε από έναν επιστημονικό οίστρο, ότι η επιστήμη είναι η βασιλική οδός για την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου, ότι η λατρεία της είναι ο μόνος δρόμος για να γίνουμε ευτυχισμένοι. Οφείλουμε να αναλογιστούμε ότι η γνώση της επιστήμης δεν είναι η μόνη μορφή γνώσης. Ο πνευματικός στοχασμός είναι πολύ ευρύτερος από το όποιο πεδίο της επιστήμης. Η όποια επιστημονική μέθοδος όχι απλά και μόνο δεν είναι το μοναδικό πέρασμα για την αυτογνωσία και την ετερογνωσία, αλλά αποτελεί απλώς την εξειδίκευση, τα μικρά ρυάκια που έχουν προκύψει από τη μεγάλη πηγή της γνώσης, το στοχασμό του ανθρώπου.
Ο Ετιέν Μπονό ντε Κοντιγιάκ στην πολύ σπουδαία μελέτη του «Δοκίμιο περί της καταγωγής των ανθρώπινων γνώσεων» θέτει τον πυρήνα του θέματός μας στη σωστή βάση του. «Άρα οι αισθήσεις και οι ψυχικές διεργασίες είναι το υλικό όλων μας των γνώσεων: υλικό που ενεργοποιεί ο αναλογισμός, αναζητώντας μέσω συνδυασμών τις συσχετίσεις που ενέχουν… Οι αισθήσεις είναι η πηγή των γνώσεών μας – οι διάφορες αισθήσεις, η αντίληψη, η συνείδηση, η ανάμνηση, η προσοχή και η φαντασία – οι δύο τελευταίες δεν βρίσκονται ακόμα υπό τον έλεγχό μας – αποτελούν το υλικό τους… Συνεπώς, ο μόνος τρόπος για να αποκτήσουμε γνώσεις είναι να ανατρέξουμε στην καταγωγή των ιδεών μας, ακολουθώντας τη γένεσή τους και συγκρίνοντάς τες υπό κάθε δυνατή σχέση – αυτό αποκαλώ ανάλυση».
Η νομιμοποίηση της επιστήμης έρχεται σχεδόν ως φυσική συνέπεια των πραγμάτων, αφού εμφανίζεται ότι είναι αυτή που πρωτίστως δημιουργεί το μέλλον. Έτσι το Σύμπαν – και στις απαρχές του και στις εσχατιές του – θα μελετάται σχεδόν αποκλειστικά από την επιστήμη, το ίδιο συμβαίνει με τη Βιοτεχνολογία, με την Ενέργεια, με τα τρόφιμα, με τις ασθένειες κλπ κλπ, δηλαδή με ό,τι είναι πεδίο λύσης των σύγχρονων προβλημάτων.
Αλλά ο κόσμος της επιστήμης δεν είναι αγγελικά πλασμένος, δεν είναι έξω από το παιχνίδι της πολιτικής και της εξουσίας και των συμφερόντων. Κατατίθεται στη συνέχεια η άποψη περί αυτού του θέματος του Μπουρντιέ, ο οποίος έχει κάνει και σχετικές μελέτες για το ζήτημά μας.
«Πράγματι ο κόσμος της επιστήμης, όπως ο οικονομικός κόσμος, γνωρίζει σχέσεις δυνάμεων, φαινόμενα συγκέντρωσης κεφαλαίου και εξουσίας ή ακόμα μονοπωλίου, και κοινωνικές σχέσεις κυριαρχίας που συνεπάγονται τη χειραγώγηση των μέσων παραγωγής και αναπαραγωγής. Το επιστημονικό πεδίο είναι ένας κοινωνικός μικρόκοσμος, εν μέρει αυτόνομος σε σχέση με τις αναγκαιότητες του μακρόκοσμου, δηλαδή του ευρύτερου κοινωνικού κόσμου στον οποίο εμπεριέχεται. Κατά μια έννοια, είναι ένας κοινωνικός κόσμος όπως και οι άλλοι και, όπως το οικονομικό πεδίο, διέπεται από συσχετισμούς ισχύος και συγκρούσεις συμφερόντων, από συμμαχίες κα μονοπώλια, ακόμα και από ιμπεριαλιστικές και εθνικιστικές τάσεις».
Τίθεται λοιπόν κεντρικό ζήτημα εκδημοκρατισμού της επιστήμης που αφορά κάθε πτυχή της και σε κάθε περίπτωση και την ερευνητική μεθοδολογία της. Τίθεται εκ των πραγμάτων στη συζήτηση μια πολύ βασική πλευρά της επιστήμης. «Μετά το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος, ο Feyerabend απαιτεί, με το ίδιο “λαϊκό” πνεύμα, το χωρισμό της επιστήμης από το κράτος. Αλλά τι θα γίνει με το χωρισμό της επιστήμης από το χρήμα;» (Λυοτάρ, Η μεταμοντέρνα κατάσταση).
Πρόκειται για ουσιώδες ζήτημα της κοινωνίας μας και του πολιτισμού μας. Αλλά βρισκόμαστε ακόμα μακριά από μια τέτοια συζήτηση. Το ερώτημα είναι το εξής: αν δεν το θέσει η επιστημονική κοινότητα – ως ένας φορέας χειραφέτησης του ανθρώπου – ποιος θα το θέσει;
[i] Ετιέν Μπονό ντε Κοντιγιάκ (2001), Δοκίμιο περί της καταγωγής των ανθρώπινων γνώσεων
[ii] R. A. Wilson and F. C. Keil (1999), The MIT Encyclopedia of the Cognitive Sciences, Massachusetts, London: the MIT Press