**Πρωτόλειες σκέψεις για την Ιλιάδα** ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ ΜΑΣ κ. ΝΙΚΟΥ ΤΣΟΥΛΙΑ
Πρωτόλειες σκέψεις για την Ιλιάδα
Του εκπαιδευτικού συνεργάτη μας κ. Νίκου Τσούλια
Εισαγωγικά πρέπει να πω ότι με ενθουσίαζε το άλλο Ομηρικό έπος. Την Ιλιάδα την έβλεπα απλώς σαν πρόλογο στο κορυφαίο έργο της Οδύσσειας, γιατί μου άρεσε η περιπέτεια και το άνοιγμα σε νέους τόπους, αλλά με τη βεβαιότητα ότι ο ήρωας μας θα πετύχει τον τελικό του σκοπό, την επιστροφή στο σπιτικό του. Και ήταν τόσο όμορφο αυτό το ταξίδι της νοσταλγίας… Ένιωθα από μικρός ότι η νοσταλγία μαζί με το όνειρο και τη φαντασία κάνουν τη ζωή μας πανέμορφη.
Αργότερα κατάλαβα ότι στην Ιλιάδα τίθενται πιο σημαντικά ζητήματα και έτσι ισορρόπησα ισόμετρα μεταξύ των δύο ποιημάτων.
Από τα πρώτα διαβάσματα, είχα πάρει θέση ως αναγνώστης με «ποιους θα είμαι» και βέβαια επειδή οι Αχαιοί ήταν Έλληνες, δεν υπήρχε περιθώριο να είμαι με την αντίπαλη πλευρά, με τους Τρώες. Είχα διαλέξει και τον αγαπημένο ήρωα, τον Αχιλλέα, γιατί ήταν δυνατός και στα παιδικά μας χρόνια, στο μικρό χωριό μας, παλεύαμε για να δούμε ποιος είναι πιο δυνατός, χωρίς να τσακωνόμαστε ούτε να χτυπιόμαστε…
Με πείραζε όμως ότι ο Αχιλλέας έχασε τη ζωή του. Δεν μπορούσα να το καταλάβω, γιατί έγινε αυτό. Σαν μεγάλωσα και πήγα στο γυμνάσιο, άρχισα να έχω κάποιες αμφιβολίας στην αρχική μου θεώρηση. Γιατί ο Όμηρος είπε το ποίημά του Ιλιάδα; Εντάξει εκεί γινόταν ο πόλεμος, αλλά δεν θα έπρεπε να είναι ένας τίτλος πιο φιλικός στους Έλληνες;
Όμως η σκηνή, η εικόνα που μου δημιούργησε την πρώτη σοβαρή αμφισβήτηση για τη θέση που παίρνω ως αναγνώστης ήταν η συνάντηση του Πρίαμου με τον Αχιλλέα. Ο πόνος και η οδύνη του πατέρα, που χάνει το παιδί του και βλέπει το πτώμα του να σέρνεται με βάρβαρο τρόπο πίσω από το άρματα των Αχαιών, συγκλόνιζε το εφηβικό μου συναίσθημα. Και αναρωτιόμουνα. Δεν έπρεπε να σεβαστούν το γεγονός ότι ο Έκτορας έχει ήδη τιμωρηθεί για τον θάνατο του Πάτροκλου, ότι είναι νεκρός και ότι ο νεκρός είναι ιερός; Την ίδια στιγμή ταλαντευόμουν με μια γενική επίκληση ότι έτσι είναι πόλεμος – αυτά και χειρότερα γίνονται.
Μετά εστίαζε η σκέψη μου στη σκηνή του αποχωρισμού του Έκτορα από τη γυναίκα του, την Ανδρομάχη, και το μικρό παιδί του, και και τον πόνο του ζευγαριού, και ανεξάρτητα από το ότι ο Έκτορας δεν ήξερε αν θα ξαναδεί το παιδί του και με δεδομένο ότι εγώ ήξερα ότι δεν θα το ξαναδεί, ένιωθα και τον πόνο αυτό για λογαριασμό του Έκτορα. Αισθανόμουνα ένα περίεργο χάος. Και επειδή, από μικρός, «έμπαινα μέσα» στις παραστάσεις των όποιων αναγνωσμάτων μου και προσλάμβανα «βιωματικά» τα πάθη των ηρώων, άρχισα να ανατρέπω την απάντηση στο ερώτημα «με ποιους είμαι».
Η καθοριστική, η αποφασιστική ιδέα ήλθε από την καθηγήτρια. Μας επεσήμανε ότι ένα από τα πιο εμβληματικά ρητά και διδάγματα του Ομήρου το «εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης», το έβαζε στο στόμα των Τρώων, αφού αυτούς αφορούσε. Κι όμως δεν το είχα προσέξει. Είχα νιώσει ένα παράξενο σοκ. Λάτρευα (και λατρεύω…) τόσο πολύ το διάβασμα και δεν είχα προσέξει κάτι που είναι τόσο σημαντικό;
Είχε αρχίσει να με θλίβει ο αφανισμός των Τρώων – και με δεδομένο ότι τους είχα αδικήσει με την αρχική μου θεώρηση, ένιωθα μια ενοχή. Και έτσι πήρα τη θέση των Τρώων, γιατί υπερασπίζονταν τις οικογένειές τους και τα σπιτικά τους και την πατρίδα τους. Και άρχισα να τα …βάζω με την Ωραία Ελένη και αργότερα με τον πόλεμο. Έπεται συνέχεια.