Ήθη και έθιμα στο παλιό σχολείο *** Μια εκπληκτική ηθογραφία της εποχής εκείνης και μια μοναδική αγάπη για τον δάσκαλο και τη δασκάλα
Ήθη και έθιμα στο παλιό σχολείο
Μια εκπληκτική ηθογραφία της εποχής εκείνης και μια μοναδική αγάπη για τον δάσκαλο και τη δασκάλα
Του συνεργάτη μας Εκπαιδευτικού και Συγγραφέα Νίκου Τσούλια
Μια αφήγηση για το παλιό σχολείο, μια αφήγηση που κρατάει κάποια γεγονότα και έθιμα και άλλα τα έχει χάσει στην πυκνή σκόνη τόσων και τόσων καιρών. Σκόρπιες θύμησες λοιπόν – άλλες σημαντικές και άλλες ασήμαντες, χωρίς ιεράρχηση…
Πώς μπορείς να τα κατανοήσεις σήμερα με τις τόσες αλλαγές που έχουν γίνει; Πού να πεις τι ήταν η μακρινή στο παρελθόν σχολική πραγματικότητα; Άλλαξε η ζωή στο σχολείο. Σαν παραμύθι μπορεί να ακουστεί κάθε ιστορία του χωριού των παλιών καιρών, τότε που η επαρχία έσφυζε από ζωή.
Το πιο βασικό στοιχείο ήταν κατά πόσο αυστηρός ήταν ο δάσκαλος. Γιατί, να μην ήταν αυστηρός, δεν μπορούσε να νοηθεί. Ήταν το κλίμα της εποχής. Αυτό ήθελαν και οι γονείς. Αν ο δάσκαλος δεν είχε καλή σχέση με τη βέργα, δεν ήταν καλός!
Να αργήσεις στο σχολείο; Ούτε κατά διάνοια. Η τιμωρία ήταν δεδομένη. Πριν μπουν οι μαθητές στην αίθουσα ήταν ο έλεγχος της καθαριότητας. Με τη βέργα ο δάσκαλος ανά χείρας εξέταζε έναν – έναν, μία – μία, στα γόνατα, στα χέρια, στο πρόσωπο.
Για να μαντέψουμε τι θέματα θα έμπαιναν τον Ιούνιο στις εξετάσεις πετάγαμε ψηλά το βιβλίο και σε όποια σελίδα καθόταν ανοιχτό ήταν …πιθανό θέμα. Φτιάχναμε μικρά χαρτάκια και γράφαμε τον αριθμό του κεφαλαίου και τα πετάγαμε στις κότες – όποιο χαρτάκι τσίμπαγαν είχε …προτεραιότητα. Ρωτούσαμε συνήθως τους παλιότερους μαθητές τι θέματα έβγαζε ο δάσκαλος.
Γράφαμε σε κόλλες αναφοράς και επειδή τα θρανία ήταν γεμάτα χαρακιές από την ταλαιπωρία μαθητών και χρόνων, παίρναμε από τα μπακάλικα χαρτόνια – πάνω στα οποία πριν ήταν κολλημένα σακουλάκια με πιπέρι, κανέλα κλπ – και τα βάζουμε κάτω από την κόλλα αναφοράς.
Οι μουτζούρες ήταν το μείζον ζήτημα. Οι πολλές μουτζούρες σήκωναν αυστηρή παρατήρηση και όχι μόνο – ανάλογα με τη διάθεση του δάσκαλου. Έπρεπε να μην κάνεις λάθη. Ακόμα και όταν τα διόρθωνες, αυτά εκεί. Που να φανταζόμαστε τότε ότι κάποτε τα λάθη δεν θα φαίνονταν – ψηφιακή τεχνολογία γαρ…
Τα τετράδια και τα βιβλία έπρεπε να είναι εντάξει. Και όταν κάτι χάλαγε, η αυτοσχέδια κόλλα. Βγάζαμε το ημίρρευστο έκκριμα από τις αμυγδαλιές, το βάζαμε σε μπουκαλάκι από ένεση και το χτυπάγαμε βάζοντας και λίγο νερό με ένα ξυλάκι, και έτοιμη η κόλλα. Η άλλη λύση ήταν το ζυμάρι, αλλά ήταν πιο εμφανές και πιο ευάλωτο.
Εκδρομές πηγαίναμε σε ένα κοντινό δάσος, στο Τζαμί. Εκεί ήταν και κατασκηνώσεις. Σε αυτές πήγαιναν τα πολύ αδύνατα παιδιά από όλα τα γειτονικά χωριά. Στις εκδρομές μας παίρναμε μαζί μας συνήθως κεφτεδάκια. Τα έφτιαχναν οι μανάδες μας από το προηγούμενο βράδυ και ήταν της πολύ περιποίησης. Μακρινές εκδρομές πηγαίναμε με άλλα σχολεία στην Ολυμπία, στην Πάτρα, στη Ναύπακτο.
Η βαθμολογία; Ήταν πολύ αυστηρή. Αρκετά παιδιά έμεναν στην ίδια τάξη – η πρώτη ερώτηση των μεγάλων ήταν «πέρασες την τάξη;». Οι περισσότεροι βαθμοί ήταν στο 5 και στο 6. Το 9 και το 10 πολύ σπάνιο. Έπρεπε να ξέρεις το μάθημα νεράκι, να μην κομπιάζεις, να γράφεις ωραία, να μην κάνεις ορθογραφικά και συντακτικά λάθη, να είσαι καλό παιδί…
Από τα βιβλία, τα Αναγνωστικά ήταν τα πιο ελκυστικά. Ήταν τα αγαπημένα μας. Είχαν ωραίες εικόνες, κατανοητές ιστορίες που ταίριαζαν στην αγροτική ζωή. (Τι να ‘καναν άραγε τα παιδιά της πόλης); Είχαν όμορφες χρωματιστές εικόνες, που βοηθούσαν και στην ανάγνωση. Ξέραμε απέξω τι υπήρχε από κάτω ή δίπλα από τις εικόνες.
Υπήρχε και τετράδιο Καλλιγραφίας με τέσσερις γραμμές και έπρεπε να τηρείς όλους τους κανόνες για τις ουρές και τις περικεφαλαίες των γραμμάτων. Φυσικά και μπλοκ ζωγραφικής – με τα βουνά να ζωγραφίζονται με ψαροκόκκαλο και καφέ χρώμα, οι πεδιάδες και τα ποτάμια με τα συνηθισμένα χρώματά τους…
Οι δασκάλες έπαιρναν τις μικρές τάξεις, που ήταν και πιο προσιτές στα μικρά παιδιά, ενώ οι δάσκαλοι τις μεγάλες, που σήκωναν και τις πιο αυστηρές τιμωρίες.
Έπρεπε να πηγαίνεις στο Κατηχητικό, να ξέρεις όλες τις προσευχές και «το πάτερ ημών» και «το πιστεύω» έπρεπε να τα λες και στην εκκλησία – υπήρχε σειρά… Αν θυμάμαι καλά, στην εκκλησία τις έλεγαν μόνο τα αγόρια. Πάντως, τα αγόρια μόνο πήγαιναν στο Ιερό για να βοηθήσουν τον παπά.
Ιστορίες πολλές, κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του αφηγήσεις εκείνων των χρόνων της φτώχειας, της εργασίας (ναι τα παιδιά εργάζονταν τότε…) και της αθωότητας. Θυμάται τις επιτυχίες του και τις αποτυχίες του, τις τιμωρίες του και τους επαίνους του, τους φόβους του και τα όνειρά του.
Μα πάνω απ’ όλα τον αγαπημένο του δάσκαλο και στην περίπτωσή μου τον Στάθη Πολυχρονόπουλο και την αγαπημένη μου δασκάλα, την Ελένη Κοσμίδου! Και είναι μια τόσο ωραία και μοναδική αγάπη η αγάπη για τους δασκάλους και τις δασκάλες εκείνων των εποχών! Τους είχαμε και τις είχαμε πολύ ψηλά…
Το πάλαι ποτέ Δημοτικό Σχολείο Αυγής Ηλείας…