Ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό κείμενο του συνεργάτη της Εφημερίδας μας Νίκου Τσούλια
<<Βλέπεις τόση ομορφιά, όταν το ροδοχάραμα της ζωής
συναντά το γέρμα της…>>
Ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό κείμενο του συνεργάτη της Εφημερίδας μας Εκπαιδευτικού κ. Νίκου Τσούλια
Έβλεπα το περιστατικό ξανά και ξανά και ένιωθα απέραντη γλύκα ομορφιάς. Μια απλή σκηνή με είχε καταγοητεύσει. Χανόμουνα στις σκέψεις και στους στοχασμούς με μια αίσθηση απίστευτης πληρότητας.
Είχα απορροφηθεί ολοκληρωτικά σα να βρισκόμουνα σε παραμυθένιο κόσμο απόλυτης μαγείας. “Τι παράξενο μείγμα του χρόνου είναι αυτό”, αναρωτήθηκα και βρέθηκα στην περιδίνηση μιας γοητευτικής σειράς συλλογισμών.
Το ερώτημα είχε τεθεί μόνο του. Τι μπορεί να είναι η ομορφιά; Όχι, δύσκολα ορίζεται το τι είναι ομορφιά. Αλλά ατέλειωτες οι εικόνες της, έντονες οι παραστάσεις της, σχήματά της γλωσσικά ξεπηδούν από παντού… Ομορφιά και τι δεν είναι και πού δεν την βρίσκουμε;
Στο παιδικό χαμόγελο που ξεδιπλώνει ένα σύμπαν μοναδικής αθωότητας, στο τρυφερό χάδι της μάνας που αγγίζει το παιδί της και νιώθει μεγαλεία και μεγαλεία, στο ανοιξιάτικο πρόσωπο μιας κοπέλας, που σε σαγηνεύει γιατί απλά και μόνο σε μεταφέρει στης νιότης σου τους χαμένους ανθούς, στα τόσα και τόσα ηλιοβασιλέματα που έχουν γίνει Μούσες ποίησης και έμπνευσης, στο παιχνίδισμα της βροχής με τις φυλλωσιές των δέντρων να λικνίζονται με ξεχωριστή χάρη και τα φύλλα να χορεύουν στο ρυθμό των άλλοτε αγριεμένων υδάτινων ριπών και των άλλοτε καθησυχαστικών σταγόνων, στο γλυκό κελάρυσμα του ρυακιού που περνάει βιαστικά στο στενωμένο από βράχια πέρασμα…
Σε ένα ιστορικό γεγονός, που είχες την τύχη απλά και μόνο να συμμετέχεις και να λέμε “ήμουνα και εγώ εκεί τότε”, στο καταϊδρωμένο πρόσωπο του κουρασμένου αγρότη που γυρίζει στο σπιτικό του να ξεκουραστεί, στο χορό του όμορφου ρεμπέτικου τραγουδιού σου, που σε έναν έρωτα ανεκπλήρωτο σε καθηλώνει, σε μια κοινωνική κατάκτησή σου, που άλλαξε άρδην τη ζωή σου και την έβαλε σε τροχιά συνεχών επιτυχιών…
Ομορφιά και τι δεν είναι και πού δεν την βρίσκουμε…
Έβλεπα το περιστατικό, σε εκείνο το μικρό δωμάτιο του γηροκομείου, που το χλωμό φως της ημέρας φανέρωνε την επίσκεψη μιας φοιτήτριας σε μια γιαγιά – στη φίλη της δικής της γιαγιάς – βυθισμένη στων χρόνων των πολλών το αποκάμωμα, που της κρατούσε με τόση τρυφερότητα το καταγερασμένο χέρι, με το χέρι που μόλις είχε ανοίξει τον ανθό της δικής του ζωής, που άκουγε με ιερή συγκίνηση ιστορίες χρόνων καταχωνιασμένων μέσα στη σκόνη της μνήμης της γιαγιάς, που είχε καθηλωθεί με κατάνυξη σε μια αφήγηση που άφηνε το αποτύπωμά της και στο γαληνεμένο πρόσωπο της γιαγιάς και στη γλυκύτητα του βλέμματος και του χαμόγελου της φοιτήτριας και λες ναι, “βλέπεις φλόγα στα μάτια των νέων, μα στα μάτια των γέρων βλέπεις φως”, φίλε Βίκτωρα Ουγκώ.
Βλέπεις την ομορφιά! Βλέπεις την ομορφιά σε μια τόσο ξεχωριστή εικόνα απλής επίσκεψης, που το ροδοχάραμα της ζωής συναντούσε το γέρμα της…