Το ποίημα της Κυριακής *** Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου – Φιλόλογος, συγγραφέας
Το ποίημα της Κυριακής
Γράφει η Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου
Φιλόλογος, συγγραφέας
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΟΥ ΠΥΡΓΟΥ
Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος (1924-2008), ποιητής της Α’ μεταπολεμικής γενιάς, γεννήθηκε και πέθανε στον Πύργο Ηλείας, όπου ζούσε μόνιμα και εργαζόταν ως υπάλληλος στα ΚΤΕΛ Ηλείας.
Βαθιά φιλία τον συνέδεε με τον ποιητή Τάκη Σινόπουλο και τον Νίκο Καχτίτση, δεινοί συνομιλητές του και οι δύο για θέματα της λογοτεχνίας. Μάλιστα, συνεργάστηκε με τον φίλο του ποιητή Τάκη Σινόπουλο, σε μια πειραματική γραφή κοινών ποιημάτων, τα οποία συμπεριέλαβε ο Τάκης Σινόπουλος στο έργο του.
Καθοριστική για την ποιητική του διαμόρφωση υπήρξε η σχέση του με τον Γιώργο Σεφέρη, τον οποίο φιλοξενούσε και στο εξοχικό του στο Κατάκολο.
Η φιλόλογος και ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου γράφει: “Ο Γιώργης Παυλόπουλος είναι δημιουργός ποιητικών μύθων και η επικοινωνία με την ποίησή του στην ουσία προϋποθέτει την αντιμετώπιση του ποιήματος ως ενός μικρού και αδιάσπαστου σύμπαντος και την αποδοχή και τον σεβασμό από τον αναγνώστη του των κανόνων του παραμυθιού που διέπεται από τους δικούς του νόμους: την κατάργηση της λογικής τάξης και την α-χρονική και α-τοπική λειτουργία του μύθου, στοιχεία που προϋποθέτουν την κατά βάση βιωματική και όχι νοητική συμμετοχή του αναγνώστη.”
Ας αφουγκραστούμε ένα απλό μα εξαίρετο ποίημά του.
ΤΗΣ ΓΥΦΤΙΣΣΑΣ
Στην Ανθή
Είπα σε μια Γύφτισσα
θέλω να γίνω γύφτος
να σε πάρω
Μπορείς μου λέει να φας για βράδυ
χόρτα πικρά χωρίς αλάτι
κι έπειτα να πλαγιάσεις;
Μπορώ της λέω
Μπορείς μου λέει να πλαγιάσεις
χωρίς να κλαις από το κρύο
πάνω στην παγωμένη λάσπη;
Μπορώ της λέω
Μπορείς μου λέει πάνω στη λάσπη
να μου ανάψεις το κορμί
και να το κάνεις στάχτη;
Αυτό κι’ αν το μπορώ της λέω
Μπορείς μου λέει τη στάχτη μου
να τη ρίχνεις στο κρασί σου
για να μεθάς πολύ, να με ξεχνάς;
Όχι αυτό, δεν το μπορώ της λέω
Γύφτος δε γίνεσαι μου λέει.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Το ποίημα απλούστατο ως προς το θέμα και το νόημα, που μόλις το διάβασα, με κέρδισε αμέσως και παραμένει εγγεγραμμένο στη μνήμη μου. Γραμμένο με την τεχνική της αφήγησης και της βιωματικότητας, όπως όλη η ποίηση του Παυλόπουλου, διακρίνεται για την αινιγματική του απλότητα.
Ο έρωτας δύο διαφορετικών κόσμων δυναμιτίζει τον διάλογο του ερωτευμένου άνδρα και της τσιγγάνας. Θίγονται θέματα όπως: Το υπαρξιακό πρόβλημα των ορίων, το θέμα της ελευθερίας και της αποκλειστικότητας του έρωτα, τα όρια της διαθεσιμότητάς μας (κυρίως τα ψυχικά).
Το ποίημα, με τον λιτό και απλό τρόπο του διαλόγου, στηρίζεται στην πράξη, στη δοκιμασία. Δεν διανοούμαστε διαβάζοντας το ποίημα αλλά παρακολουθούμε και συμμετέχουμε στον “ζωντανό” διάλογο των δύο ηρώων. Η τσιγγάνα υποβάλλει τον άνδρα σε δοκιμασία ερωτικής αντοχής, σωματικής και ψυχικής. Σε μεγάλο σωματικό καθαρτήριο και αντέχει/ουμε ώς τον προτελευταίο στίχο: “Όχι αυτό, δεν το μπορώ της λέω”.
Ο τελευταίος στίχος, “Γύφτος δε γίνεσαι μου λέει”, δηλώνει την προσωπική απώλεια.
Σε αυτούς τους δύο τελευταίους στίχους, πέρα από την βιωματική μέθεξη, καθορίζονται, νομίζω, μέσω των ορίων των ηρώων του ποιήματος, και τα όρια της δικής μας, της προσωπικής μας ελευθερίας.