Ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό άρθρο του συνεργάτη μας Εκπαιδευτικού κ. Νίκου Τσούλια
Διαβάζοντας τον Οδυσσέα του Τζόυς
Του συνεργάτη μας Εκπαιδευτικού κ. Νίκου Τσούλια
Ήταν μια εκκρεμότητα. Εδώ και πολύ καιρό περίμενα την καινούργια απόπειρα. Είχα διαβάσει πριν από 20 περίπου χρόνια τον Οδυσσέα, αλλά μου είχε μείνει μια απορία. Αυτός τελικά ήταν ο Οδυσσέας του Τζόυς;
Δεν τον είχα κατανοήσει. Ήταν περίεργη η ανάγνωσή του. Δεν ήταν η παραδοσιακή. Γιατί δεν τα είχα καταφέρει; Έδωσα μια δικαιολογία στον εαυτό μου. Τον διάβαζα σε αραιά διαστήματα, δεν είχα πάντα ισχυρό τη νήμα της ανάγνωσης και χανόμουνα, γιατί τότε δεν μου το επέτρεπαν οι χρονικές δεσμεύσεις.
Και έτσι ξανασυναντήθηκα μαζί του. Άλλωστε με τα σπουδαία έργα δεν τελειώνεις μια και έξω. Αλλά στην περίπτωση αυτή ο ισχυρότερος λόγος ήταν η μη κατανόησή του. Επί της ουσίας τώρα, Αν και ο μακρύς πρόλογος έχει την αξία του.
Τον διάβασα λοιπόν τώρα σε πυκνό χρόνο. Κατέκτησα τα βασικά του σημεία, αλλά δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι ήταν ένα ανάγνωσμα συνηθισμένο, που εν πολλοίς το κατανοείς κρατώντας την αφήγησή του ισχυρή μέσα στη σκέψη σου.
Ο Οδυσσέας του Τζόυς, ο Μπλουμ, είναι ένας αντι-Οδυσσέας του Ομήρου. Είναι ένας αντιήρωας, μια μυθιστορηματική ιστορία της καθημερινότητας και του ασήμαντου. Δεν έχει υψηλούς σκοπούς στη ζωή του. Αντίθετα αναλώνεται γύρω από τετριμμένα στοιχεία. Συχνά – πυκνά ευτελίζεται αλλά χωρίς να μειώνεται ο κεντρικός ρόλος του, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητά του.
Ακόμα, στην όλη πλοκή παίρνουν μέρος και διάφορα φυσικά αντικείμενα (π.χ. το σαντάλι, το ριπίδι κλπ) ή και αφηρημένες έννοιες (π.χ. οι περασμένες αμαρτίες, η κοιλάδα του ύπνου, οι Αλκυονίδες ημέρες κλπ) όχι ως απλό σκηνικό αλλά ως συμμετέχοντα στη δράση στοιχεία – μερικές φορές σαν τον Χορό στις αρχαίες τραγωδίες.
Κι όμως το ανάγνωσμα έχει την αξία του για δύο, κατά τη γνώμη μου, βασικούς λόγους. α) Η ασημαντότητα και η καθημερινότητα χαρακτηρίζουν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή μας και η ανάδειξή τους έχει πολύ μεγάλη σημασία. β) Παράλληλα, η λογοτεχνική γραφή του Τζόυς είναι πρωτοποριακή. Συναντάς κορυφώσεις της γλώσσας και των σχημάτων της που σε εκστασιάζουν, σου μετασχηματίζουν τον τρόπο πρόσληψης των γεγονότων και της αντικειμενικότητας.
Και ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο. Το τελευταίο μέρος του βιβλίου, πολύ μεγάλο μέρος περί τις 50 σελίδες, είναι ένα παραλήρημα, ένας μονόλογος της γυναίκας του Μπλουμ, που δεν έχει καμιά διακοπή – ούτε κόμμα ούτε τελεία και ναι μεν η ανάγνωσή του είναι μια περιπέτεια αλλά αναρωτιέσαι το πώς όλος αυτός ο χείμαρρος της σκέψης της φτάνει στο χαρτί πηγαίνοντας από το ένα θέμα στο άλλο με το νήμα της αφήγησης να είναι πάντα δυνατό. Είναι ένα τμήμα δοκιμασίας της ανάγνωσης, που απαιτεί φοβερή εγρήγορση για να μη χαθείς. Μια ανάγνωση που δεν την συναντάς εύκολα.
Προφανώς το όλο λογοτεχνικό σχήμα του Τζόυς άνοιξε δρόμους τόσο για την επιλογή του περιεχομένου όσο και για το καινοτομικό σχήμα της γραφής του. Το αφήγημα είναι πλημμυρισμένο από εκείνες τις σκέψεις που κάνουν τα πρόσωπα του μυθιστορήματος (εμείς όλοι οι άνθρωποι) όχι φαντασίες αλλά σκέψεις που είναι τόσο πραγματικές όσο και τα γεγονότα, σκέψεις που καθοδηγούν τελικά τα πρόσωπα – αν και ποτέ δεν φανερώνονται.
Είναι εικονοκλαστικός όσον αφορά το σεξ σε μια εποχή, στην οποία ο όλος ερωτικός κόσμος είχε αρκετά συντηρητικά στερεότυπα ως προς αυτό το θέμα. Αμφισβητεί, ειρωνεύεται, αποδομεί την συντηρητική ηθική επιφάνεια του ανθρώπου. Ο λόγος του έντονα αλληγορικός, υπαινικτικός, καινοτομικός – άλλοτε κρυπτόμενος σαν αίνιγμα και άλλοτε εικονοκλαστικός σαν τσεκούρι επιπίπτον βίαια σε αφροξυλιά.
Δεν μπορείς να μην έχεις διαβάσει τον Οδυσσέα του Τζόυς. Είναι κάποια αναγνώσματα, που είναι σταθμοί μα και σηματωροί στον κόσμο των βιβλίων, της λογοτεχνίας, της κουλτούρας.
Υ.Γ.
Το παρόν κείμενο δεν είναι βιβλιοπαρουσίαση. Είναι η πρώτη απόλυτα προσωπική “απάντηση” στο διάβασμα αυτού του έξοχου βιβλίου. Θα επανέλθω…