Ένα άρθρο για τα ναρκωτικά του κ. Τσούλια γροθιά στο στομάχι και μαχαιριά στο κόκαλο
ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ ΠΥΡΓΟΥ ΜΑΧΑΙΡΙΑ ΣΤΟ ΚΟΚΑΛΟ
<<Απανθρωπιά από τον Δήμο Αθήνας και από την Κυβέρνηση>>
Του συνεργάτη μας Εκπαιδευτικού κ. Νίκου Τσούλια
Οδός Βερανζέρου, πίσω από το Εθνικό Θέατρο. Καυτή η 25η ημέρα του Ιουλίου, καταμεσήμερο. Το βλέμμα μου στο παρακείμενο οικόπεδο. Μια σκηνή συνηθισμένη…
Ή, όχι καθόλου συνηθισμένη σε τέτοια εκδοχή! Τρεις ναρκομανείς στη μικρή σκιά της διπλανής πολυκατοικίας, σκιάς που θα χανόταν σε λίγο. Καθισμένοι /-ες κάτω, ένα κουβάρι, τρεις άνθρωποι στην όψη του ενός…
Η μια κοπέλα μπουσουλώντας και έρποντας προσπαθούσε να πάει σε ένα μικρό περβάζι. Ίσα που κινούσε το σώμα της. Δεν είχε καθόλου δυνάμεις. Με τον αγκώνα της ακουμπούσε στο έδαφος, στο χέρι της κρατούσε τη σύριγγα. Το σώμα της; Δεν υπήρχε σώμα, πετσί και κόκκαλο. Απλά θύμιζε ανθρώπινη όψη. Το απόλυτο σοκ.
Η άλλη ντυμένη με βαριά ρούχα, με μαλλιά που δεν έχουν ποτέ κουρευτεί. Την έτρωγε το κεφάλι της. Το έτριβε δυνατά και με τα δυο της χέρια. Τον / την τρίτη δεν πρόσεξα, η σκέψη μου δεν μπορούσε να χωρέσει άλλο… Μετακινήθηκα. Ένας νεαρός με σαγιονάρες έφευγε – μάλλον είχε πάει τη δόση τους.
Κάνα δυο περαστικοί κοιτούσαν για λίγο και συνέχιζαν το βηματισμό τους κανονικά. Οι ναρκομανείς είχαν «γίνει ένα» – ούτε που έβλεπαν πέρα από την ερημωμένη παρέα τους. Ήταν «αόρατοι» και οι ναρκομανείς στους διαβάτες και οι διαβάτες στους ναρκομανείς. Όχι δεν υπήρχαν γυάλινα τείχη ανάμεσα στις δύο πλευρές. Δεν είχαν καμιά επαφή, οι κόσμοι τους ή μάλλον ο κόσμος δεν είχε τίποτα κοινό με την άβυσσο.
Και εγώ ένας …διαβάτης. Μετακίνησα το αυτοκίνητο για να μην βλέπω. Δεν μπορούσα να διαχειριστώ την εικόνα. Δεν φανταζόμουνα ότι υπάρχει κόλαση δίπλα από την Ομόνοια, στην Αθήνα, σε ένα κράτος της Ευρώπης…
Δεν ξέρω πως να θέσω το θέμα. Δεν θέλω ούτε συναισθηματισμούς ούτε λαϊκισμούς ούτε ηθικολογίες. Η σκέψη μου πήγε μόνη της. Ο Δήμος της Αθήνας και τα σχετικά υπουργεία έχουν φροντίσει τα σκυλιά, που κάποτε ήταν ελεύθερα στην πόλη. Εδώ;
Αρκεί να πούμε ότι υπάρχουν μονάδες απεξάρτησης, που μπορούν να πάνε; Ποιοι να πάνε; Έχουν δει οι αρμόδιοι αν αυτές οι περιπτώσεις – που δεν είναι λίγες – στον «Κάτω Κόσμο» της Ομόνοιας μπορούν να σκεφτούν ή μπορούν να πάνε στις μονάδες;
Αλλά αυτή η αθλιότητα Δήμου, Κυβέρνησης και Πολιτείας επωάζεται στην αδιαφορία μας. Όλοι κοιτάμε την πάρτη μας – το πως θα βελτιώσουμε τη ζωή μας ήγουν το πως θα αυξήσουμε τα αγαθά μας. Ερώτηση. Αν το κοινωνικό κράτος δεν ξεκινάει να δομείται και να λειτουργεί για τους ανθρώπους της πλήρους εγκατάλειψης και του απόλυτου πόνου, ποιους οφείλει πρώτα απ’ όλους να φροντίζει;
Από κοντά και κάποιες ιδεολογίες μας. Η δεξιά αντίληψη της ελεύθερης αγοράς και η υποκουλτούρα του ανταγωνισμού απορρίπτουν κάθε ιδέα συμπόνοιας για τους κατατρεγμένους. Η ταξική αλληλεγγύη θέτει το ζήτημα ως απόλυτα πρώτο; Δεν ξέρω. Πάντως δεν φαίνεται!
Θα ήταν – κατά τη γνώμη μου – ελπιδοφόρο, αν κάποιο παραδοσιακό κοινωνικό κίνημα ή κάποιο από τα τόσα και τόσα νεοφυή, που τόσο εύκολα και πολύ ορθά ξεφυτρώνουν για τα δικαιώματα κάθε λογής διαφορετικότητας, έθεταν απλά και μόνο το ζήτημα σε μια ειδική πρωτοβουλία τους. Το θέμα δεν είναι της αστυνομίας ούτε των περαστικών…
Πριν μερικές ημέρες μια μάνα στο Βόλο πήρε τηλέφωνο την αστυνομία για να συλλάβουν το γιο της, που έκανε μια μικροληστεία, για να πάρει τη δόση του! Ποιος / ποια μπορεί να συλλάβει το δράμα μάνας και γιου; Και ακόμα, ποιος / ποια μπορεί να ισχυριστεί ότι αρκεί αυτό το πρόβλημα να μην περνάει την πόρτα του σπιτιού μου;
Λέμε πολλά και διάφορα για τα αίτια και για τα συμπτώματα της κρίσης της εποχής μας. Ξεχνάμε ωστόσο κάτι βασικό. Αν μια κοινωνία αποδέχεται την εικόνα της απόλυτης εξαθλίωσης, του αφόρητου σωματικού και ψυχικού πόνου, του ανθρώπου που χάνει την ίδια την σύσταση της ανθρώπινης ύπαρξής του, τότε δεν πρόκειται να βρει λύσεις για τα πραγματικά της προβλήματα και για να δει τις ουσιαστικές ανάγκες της.
Το πρόβλημα των ναρκομανών δεν είναι πρόβλημα των ναρκομανών! Αν η πολιτεία δεν ασχοληθεί με το ζήτημα των ανθρώπων, που μόνο υπάρχουν αλλά δεν ζουν, δεν μπορεί να βρει κανένα δρόμο πολιτισμού. Απλά θα έχει ένα μίγμα υλικής (και μόνο) δημιουργικότητας και φρικτής βαρβαρότητας…