Από τα πιο συγκλονιστικά κείμενα που έχουν γραφεί κατά του απάνθρωπου κτηνώδους ρατσισμού είναι αυτό το άρθρο του στελέχους του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής Νίκου Τσούλια
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΟΥΜΑΝΙΣΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ
Τα σκοτάδια μέσα μας…
Του Νίκου Τσούλια, Γραμματέα του Τομέα Παιδείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Κινήματος Αλλαγής
Πίστευα – δεν ξέρω γιατί, ίσως εξ ορισμού ή και αυθαίρετα…- ότι η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να συναντήσει τα σκοτάδια του ρατσισμού και της ακραίας βαρβαρότητας. Αλλά όταν το ναζιστικό κόμμα της «Χρυσής Αυγής» μπήκε στη Βουλή ως τρίτο σε δύναμη κοινοβουλευτικό κόμμα, σοκαρίστηκα. Ένιωσα ότι δεν ήξερα βασικά στοιχεία της κοινωνικής πραγματικότητάς μας ούτε τον εμπράγματο αξιακό κώδικα του πολιτισμού μας.
Και μαζί με την πολιτική απειλή κατά της δημοκρατίας μας, που προκάλεσε το ναζιστικό κόμμα (ναι περί αυτού ήταν και εξακολουθεί να είναι το όλο διακύβευμα), βλέπουμε ξανά και ξανά να ξεφυτρώνουν εστίες ρατσιστικής φρίκης. Η πρόσφατη τραγωδία των μεταναστών, που απανθρακώθηκαν στην πυρκαγιά του Έβρου, αντί να ταρακουνήσει τις συνειδήσεις μας και να κεντρίσει τον βαθύ πυρήνα του ανθρωπισμού μας, έβγαλε και πάλι μαύρες τρύπες σκοταδισμού και αθλιότητας.
Αναρωτιέμαι. Σε κάθε τραγωδία τέτοιας μορφής, δεν διαπιστώνουμε ότι η σκέψη μας πάει μόνη της εκεί, γιατί γεμίζει με θλίψη ότι θα μπορούσαμε και εμείς να βρεθούμε σε μια τέτοια κατάσταση. Με τον πιο αυθόρμητο και αυθεντικό τρόπο δεν αισθανόμαστε κάποιου είδος ενοχή; Και σε αυτά τα περιστατικά δεν μπορούμε να συζητάμε τα περί παρανομίας… Είναι ζωώδη ένστικτα.
Κάηκαν σαν ζώα του δάσους. Και αν δεν έχουμε δει ποτέ απανθρακωμένο ζώο, μπορούμε να το φανταστούμε. Μπορούμε να νιώσουμε το πως μαυρίζει η ψυχή μας, ότι τα αποκαΐδια δεν είναι μόνο κάπου εκεί μακριά… Πώς, λοιπόν, μπορούμε να προσπεράσουμε ό,τι η φαντασία μας και ο συναισθηματικός μας κόσμος μας φέρνουν στην περίπτωση απανθρακωμένων ανθρώπων εδώ δίπλα μας, στον Έβρο;
Πώς να μην σκεφτόμαστε ότι μπορεί να ήταν μαζί (και πώς ένιωθαν…) πατέρας και γιος, ζευγάρι παντρεμένων ή αγαπημένων, κοπέλα με τη μάνα της, νέος πατέρας με μικρά παιδιά πίσω του, αδέλφια κλπ ή και ολομόναχοι και ολομόναχες άνδρες και γυναίκες…Πώς γίνεται να εμποδίσεις τη σκέψη σου να πάει εκεί, στο πώς ήταν οι τελευταίες τους στιγμές, του άφατου πόνου τους, της πραγματικής κόλασης;
Ποιος / ποια από εμάς δεν μπαίνει στη θέση των φτωχών και των κατατρεγμένων, που πήραν το δρόμο της φυγής, αν και ήξεραν ότι μπορεί να μη βρουν κανέναν παράδεισο, ότι έβαζαν τη ζωή τους στον κίνδυνο του θανάτου. (Ξέρουν πλέον για το βυθό της Μεσογείου…). Γιατί πολύ απλά, η δική τους ζωή ήταν μια εικόνα εξαθλίωσης.
Αν η νέα γενιά, αν οι μαθητές / μαθήτριές μας και οι φοιτητές / φοιτήτριές μας βλέπουν τους γονείς τους και πολίτες σε γεγονότα και σε εκφράσεις φασισμού και ρατσισμού, τι μπορούν να περιμένουν από τους θεσμούς της εκπαίδευσης? Πώς θα διαπαιδαγωγηθούν σε θεωρητικό επίπεδο, όταν έξω από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, εκδηλώνονται θύελλες απαξίωσης του «προσώπου του ανθρώπου»?
Δεν αναρωτιόμαστε για το ποιόν της πολιτείας μας και της δημοκρατίας μας, για το ποιο μέλλον θα έχει η κοινωνία μας? Όχι, δεν είναι η οικονομία εκείνη που θα καθορίσει κυρίως το «αύριο» της χώρας μας. Είναι τα ιδεώδη μας και οι αξίες μας, ο πολιτισμός μας και ο ουμανισμός μας. Και αν δεν έχουν φως, πολύ φως, τα σκοτάδια έρχονται μόνα τους. Τα σκοτάδια δεν έχουν μέσα μετάδοσης. Είναι μέσα μας. Ο ρατσισμός και ο ανορθολογισμός είναι μέσα μας.
Ο αγώνας για τη ζωή είναι αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, για πανανθρώπινη αλληλεγγύη, για ειρήνη και αγάπη. Μόνο εκεί μπορούμε να συναντήσουμε την ομορφιά του κόσμου. Μόνο εκεί μπορούμε να δημιουργήσουμε την ομορφιά του εαυτού μας.